Τετάρτη 3 Νοεμβρίου 2010

Αφιέρωμα:Ανδρέας Κάλβος (με αφορμή τα 141 χρόνια από το θάνατό του)

Σ αυτό το αφιέρωμα δεν θα σταθούμε τόσο στο βιογραφικό του ποιητή όσο στο έργο του. Το έργο του που άργησε να αναγνωρισθεί.  Οι πρώτες προσπάθειες έγιναν από το Δημήτριο Βικέλα και κυρίως από τον Κωστή Παλαμά, ο οποίος του αφιέρωσε μία διάλεξη στον «Παρνασσό» το 1889, αλλά έπρεπε να φτάσουμε στη δεύτερη δεκαετία του 20ου αι. και στην περίφημη Γενιά του ’30 προκειμένου να «ξαναδιαβαστεί» η ποίηση του και να καταλάβει στην θέση που του αξίζει το ελληνικό ποιητικό Πάνθεον.

Οι ''Ωδές''

Το 1824 εκδίδει τις 10 πρώτες ωδές του, οι οποίες εκδίδονται υπό τον τίτλο «Λύρα» και οι οποίες σχεδόν αμέσως μεταφράζονται στα γαλλικά και χαίρουν μεγάλης ανταπόκρισης. Στις αρχές του 1825 ο ποιητής μεταβαίνει για μία ακόμη φορά στο Παρίσι, όπου το 1826 δημοσιεύει τις επόμενες 10 ωδές του, τα «Λυρικά». Οι ωδές είναι αφιερωμένες στην δόξα, τον Ιερό Λόχο, την Χίο, τα Ψαρά, το Σούλι, τον βωμό της πατρίδος, την ελευθερία κ.λ.π..


Ξεχωρίζουμε δύο από τις όχι και τόσο διαδεδομένες. Η πρώτη με τίτλο ''Εἰς Δόξαν'' περιλαμβάνεται στη ''Λύρα'' ενώ η δεύτερη με τίτλο ''Εἰς τὸν Προδότην'' στα ''Λυρικά''

ᾨδὴ Δευτέρα. Εἰς Δόξαν

στροφὴ α´.


Ἔσφαλεν ὁ τὴν δόξαν
ὀνομάσας ματαίαν,
καὶ τὸν ἄνδρα μαινόμενον
τὸν πρὸ τοιαύτης καίοντα
θεᾶς τὴν σμύρναν. 5

β´.


Δίδει αὐτὴ τὰ πτερά·
καὶ εἰς τὸν τραχύν, τὸν δύσκολον
τῆς Ἀρετῆς τὸν δρόμον
τοῦ ἀνθρώπου τὰ γόνατα
ἰδοὺ πετάουν. 10

γ´.


Μικρὰν ψυχήν, κατάπτυστον,
κατάπτυστον καρδίαν
ἔτυχ᾿ ὅστις ἀκούει
τῆς δόξης τὴν παράκλησιν
καὶ δειλιάζει. 15

δ´.


Ποτέ, ποτὲ μὲ᾿ δάκρυα
δὲν ἔβρεξεν ἐκεῖνος
τῶν φίλων του τὸ μνῆμα,
οὔτε τὸ χῶμα ἐφίλησε
τῶν συγγενῶν του. 20

ε´.


Εἰς τὸν ἠγριωμένον
βαθὺν ὠκεανόν,
ὅπου φυσάει μὲ᾿ βίαν
καὶ ὀργίζεται τὸ πνεῦμα
τῆς πικρᾶς τύχης· 25

ς´.

Καθ᾿ ἡμέραν κυττάζει
τοὺς πολλοὺς τῶν δυστήνων
πνιγομένων θνητῶν,
καὶ ποῖος ποτὲ τὸν ἤκουσε
παραπονοῦντα; 30

ζ´.


Θερμότατον τὸν πόθον
ἐφύτευσας τῆς δόξης
εἰς τὴν καρδίαν τῶν τέκνων σου,
Ὦ Ἑλλάς, καὶ καλεῖσαι
μήτηρ ἡρῴων. 35

η´.


Καθὼς ἀπὸ τὸ σπήλαιον
ἐκβὰς ὁ λέων πληγώνει,
σκοτώνει, διασκορπίζει
τολμηρῶν κυνηγῶν
πλῆθος Ἀράβων· 40

θ´.


Καθὼς εἰς τὸν χειμῶνα
τὸ νερὸν ὑπερήφανον
τοῦ χειμάρρου κυλίεται,
καὶ τὰ χωράφια χάνονται
βοσκοὶ καὶ ζῷα. 45

ι´.


Ἢ καθὼς τὴν αὐγὴν
ἐξαπλώνετ᾿ ὁ Ἥλιος,
καὶ τ᾿ ἄστρα τ᾿ ἀναρίθμητα
ἀπὸ τὸν μέγαν Ὄλυμπον
πάντα ἐξαλείφει· 50

ια´.


Οὕτως τὰ μύρια τάγματα
ἔχυσεν ὁ Ἀράξης,
ἀλλά, ὦ Ἀσπὶς Ἑλλάδος,
σὺ ἐπὶ τοὺς Πέρσας ἄστραψες,
κ᾿ ἔγινον κόνις. 55

ιβ´.


Περίφημοι ψυχαὶ
τριακοσίων λακώνων,
ψυχαὶ αἱ ποὺ ἐδοξάσατε
τὸν Ἀσωπὸν καὶ τ᾿ ἄλσος
τοῦ Μαραθῶνος· 60

ιγ´.


Εὔφραινε μὲ᾿ τὸ ἀθάνατον
μέτρον τὰς Ἀχαΐδας
χήρας ὁ θεῖος Ὅμηρος,
καὶ τὸ πνεῦμα σας ἄναπτε
τὸ ἴδιον μέλος. 65

ιδ´.


Τοῦ καρτεροῦ Αἰακίδου
τὴν φήμην ἐζηλεύσατε,
(ἀείμνηστος, θαυμάσιος
ζῆλος) καὶ τ᾿ αἷμα ἐχύσατε
διὰ τὴν Ἑλλάδα. 70

ιε´.


Καιγώ, καἰγὼ τὸ σίδηρον
γυρεύω· ποῖος μοῦ δίδει
τὰς βροντὰς τοῦ πολέμου;
ποῖος μ᾿ ὁδηγεῖ τὴν σήμερον
εἰς τὸν ἀγῶνα; 75

ις´.


Φοβερόν, μυσαρὸν
θρέμμα σκληρᾶς Ἀσίας,
Ὠθωμανέ, τί μένεις;
τί νοεῖς; τί δὲν φεύγεις
τὸν θάνατόν σου; 80

ιζ´.


Ἔφθασ᾿ ἡ ὥρα· φύγε,
ἀνέβα τὴν ἀγρίαν
ἀραβικὴν φοράδα·
νίκησον εἰς τὸ τρέξιμον
καὶ τοὺς ἀνέμους. 85

ιη´.


Ἐπὶ τὸν Ὑμηττὸν
ἐβλάστησεν ἡ δάφνη,
φύλλον ἱερόν, στολίζει
τὰ ἠριπομένα λείψανα
τοῦ Παρθενῶνος. 90

ιθ´.


Νέοι, γυναῖκες, γέροντες,
Ἑλληνικὰ θηρία,
φιλοῦσιν, ἀποσπάουσι
τοὺς κλάδους, στεφανώνουσι
τὰς κεφαλάς των. 95

κ´.


Ἀνέβα τὴν ἀράβιον,
Ὠθωμανέ, φοράδα·
τὴν φυγὴν κατεγκρήμνισον·
Ἑλληνικὰ θηρία
σὲ κατατρέχουν. 100

κα´.


Τὴν λάμψιν τῶν ὀργάνων
ἀρειμανίων ἴδε·
ἄκουσον τὴν βοὴν
τῶν θάνατον πνεόντων
ἢ ἐλευθερίαν. 105

κβ´.


Νοεῖς; - Τρέξατε, δεῦτε
οἱ τῶν Ἑλλήνων παῖδες·
ἦλθ᾿ ὁ καιρὸς τῆς δόξης,
τοὺς εὐκλεεῖς προγόνους μας
ἂς μιμηθῶμεν. 110

κγ´.


Ἐὰν τὸ ἀκονίσῃ ἡ δόξα,
τὸ ξίφος κεραυνοί·
ἐὰν ἡ δόξα θερμώσῃ
τὴν ψυχὴν τῶν Ἑλλήνων
ποῖος τὴν νικάει; 115

κδ´.


Τί τρέμεις; τὴν φοράδα
κτύπα, κέντησον, φύγε
Ὠθωμανέ· θηρία
μάχην πνέοντα, δόξαν,
σὲ κατατρέχουν. 120

κε´.


Ὦ δόξα, διὰ τὸν πόθον σου
γίνονται καὶ πατρίδος,
καὶ τιμῆς, καὶ γλυκείας
ἐλευθερίας καὶ ὕμνων
ἄξια τὰ ἔθνη. 125



ᾨδὴ Ἐννάτη. Εἰς τὸν Προδότην


στροφὴ πρώτη.


Ἐγύρισε ταὶς πλάταις του·
φεύγει, φεύγει ὁ προδότης·
ἀλαμπῆ σέρνει τ᾿ ἅρματα
φαρμακερά, τὸ στῆθος του
ἔγινεν ᾅδης. 5

β´.
Τὸν σταυρὸν καὶ τοὺς Ἕλληνας
ἄφησ᾿ ὀπίσω, ἐξάπλωσεν
ἀδελφικῶς τὴν χεῖρα του
῾ς τοὺς τούρκους, κ᾿ ἐπροσκύνησε
βάρβαρον νόμον. 10

γ´.
Τὸν συντροφεύει ὁλόμαυρον
μέγα ἐναέριον σύγνεφον·
κρέμεται ἀκόμα ἀτίνακτον
ἀστροπελέκι ἐπάνω του,
κ᾿ ἄγρυπνος μοῖρα. 15

δ´.
Ὦ Βαρνακιώτη· τρέχεις,
καὶ ὁ κτύπος τῶν ποδῶν σου
ἀντιβομβεῖ, ὡσὰν ῾νἄτρεχες
ἐπὶ τὸν κούφιον θόλον
βαθείας ἀβύσσου. 20

ε´.
Ἂν κοπιασμένος πέσῃς
῾ν ἀναπαυθῆς ῾ς τὰ χόρτα,
ἡ τιμωρὸς συνείδησις
μὲ᾿ σὲ πλαγιάζει ἀλλάζουσα
τὰ χόρτα εἰς δράκοντας. 25

ς´.
Τὸ φῶς ἐσὺ ἀποφεύγεις
τῆς ἡμέρας, φοβούμενος
μήπως τῶν προδομένων
ἀνθρώπων σὲ ξανοίξουσιν
ἡ μακραὶ σπάθαι. 30

ζ´.
Κράζεις τὴν νύκτα, κ᾿ ἔρχεται·
ἀλλὰ εἰς τὸ σκότος μέσα
τυλιγμένους φαντάζεσαι
ἐχθροὺς ἀρματωμένους,
καὶ ὡς ἄφρων μένεις. 35

η´.
Ἂν μαυροφορεμένης
χήρας, ἂν βρέφους θρῆνον
ὀρφανικὸν ἀκούσῃς,
τρέμεις, καὶ τὸ ποτήρι σου
πέφτει σχισμένον. 40

θ´.
Ἂν τῆς χαρᾶς τὸν γέλωτα
ἰδῆς εἰς φιλικὸν
δεῖπνον περιπετώμενον,
ἀπ᾿ ἵδρωτα θανάτου
στάζουν τὰ φρύδια σου. 45

ι´.
Ὤ, ποίαν ζωὴν ἠγόρασες
προδότα Βαρνακιώτη!
καὶ τί ἔλπιζες; τὸ θεῖον
διὰ τοὺς ὁμοίους σου τέτοια
δῶρα ἑτοιμάζει. 50

ια´.
Ἂν ἤθελες χρυσάφι -
πολὺν εἰς τὰς βαρβάρους
ἀγαρηνὰς σκηνάς
μὲ᾿ τὸ σπαθὶ εἰς τὸ χέρι
εὕρισκες πλοῦτον. 55

ιβ´.
Πληγωμένος ἀπ᾿ ὕβριν
Ἑλληνικῶν στομάτων
ἂν ἤθελες ἐκδίκησιν -
ἡ καλλητέρα ἐκδίκησις
εἶναι ἡ συμπάθεια. 60

ιγ´.
Μέγα, λαμπρὸν ἐὰν ἤθελες
ὄνομα, καὶ περνώντας
ἐσὺ κάθε ὀφθαλμὸς
μὲ᾿ θαυμασμὸν ῾νὰ στρέφεται
παρατηρώντας σε. - 65

ιδ´.
Σφαλερὸν δρόμον, ἄθλιε,
ἐδιάλεξας· οἱ Ἕλληνες
ποὺ ἐπρόδωσας θαυμάζονται
ἀπὸ τὴν οἰκουμένην
κ᾿ ἥρωες καλοῦνται. 70

ιε´.
Καὶ καταφρονημένος
Ὁ Βαρνακιώτης ἔγινε. -
γύρευε ἀπὸ τὴν μοῖραν σου
κρυπτὸν ῾νὰ σοῦ χαρίσῃ
τάφον εἰς ὅλους. 75

Όλες τις ''Ωδές'' μπορείτε να τις βρείτε εδώ

Τα υπόλοιπα έργα του δεν είναι γραμμένα στην ελληνική γλώσσα. Άλλωστε και οι ''Ωδές'' προορίζονταν περισσότερο για το φιλλεληνικό κοινό παρά για το ελλαδικό. Εκεί τα έργα του βρήκαν μεγάλη αναγνωρισιμότητα και αποδοχή καθώς οι Φαναριώτες και οι Επτανήσιοι λόγιοι της εποχής άσκησαν μεγάλη κριτική στο έργο του.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΥΚΟΥΤΡΗΣ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΥΚΟΥΤΡΗΣ
"Ο ηρωικός άνθρωπος αισθάνεται πως είναι διαλεγμένος από την Μοίραν ως αγωνιστής και ως μάρτυς - περισσότερον ως μάρτυς, αφού την επιτυχίαν δεν την μετρεί με αποτελέσματα άμεσα, με αριθμούς και μεγέθη, δεν την μετρεί καν διόλου. Είναι το αλεξικέραυνον, που θα συγκεντρώση επάνω του (θα προσελκύση μάλλον εθελουσίως) όλας τας καταιγίδας και όλα τ' αστροπελέκια, διά να προστατευθούν τα κατοικητήρια των ειρηνικών ανθρώπων. Εις την ετοιμότητα του κινδύνου, τον σύρει με ακαταμάχητον έλξιν η αισθητική, θα έλεγα, γοητεία του κινδύνου, η συναίσθησις ότι είναι προνόμιον των ολίγων να συντρίβωνται υπέρ των άλλων υπό των άλλων - το πολυτιμότερον προνόμιον! Ο ηρωικός άνθρωπος δεν είναι το άνθος, δεν είν' ο καρπός - αυτά αντιπροσωπεύουν το παρόν και του παρόντος την ανεπιφύλακτον χαράν. Είναι ο σπόρος που θα ταφή και θα σαπίση δια ν' αναφανή το άνθισμα και το κάρπισμα. Είν' εκείνος που θάπτεται δια να εορτασθή η ανάστασις, και ανάστασις χωρίς ταφήν δεν υπάρχει."

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ
Απάντηση στο Ρουσίτ Πασά στα 1822

''Πασά μου, μου στέλνεις ένα μπουγιουρντί, μου λες να προσκυνήσω, και εγώ πασά μου ερώτησα τον πούτσο μου τον ίδιο, και αυτός μου αποκρίθηκε να μη σε προσκυνήσω κι αν ερθείς επάνω μου ευθύς να πολεμίσω''

Και απάντηση στον Σιλιχτάρ Μπόδα στα 1823

''Γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας. Δεν εντρέπεσθε να ζητείτε «από ημάς» συνθήκην με «έναν» κοντζιά σκατο-Σουλτάν Μαχμούτην -να τον χέσω και αυτόν και τον Βεζίρην σας και τον Εβραίον Σιλιχτάρ Μπόδα την πουτάνα! - Άμα ζήσω, θα τους γαμήσω. Άμα πεθάνω, θα μου κλάσουν τον πούτσο''

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
"Φυλάτε τη Γη σας και την Τιμή της μόνο με Σπαθί. Πάψετε σαπιοδάσκαλοι και σαπιορήτορες- ΑΝΑΦΟΡΑΤΖΗΔΕΣ- να εξευτελίζετε τη Φυλή. Πάψετε παλιόγρηες τις κλάψες, τα σάλια, τα μελάνια και πιάστε το Σπαθί. Τα πάντα στη Ζωή -Η ΦΥΣΙΣ ΤΟ ΛΕΕΙ- κατακτώνται με το Σπαθί."

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
















Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση. Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν άρμάδα...

(Μέρος του λόγου που εκφώνησε ο Κολοκοτρώνης στην Πνύκα).

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Δεν με μέλει αν βάλω σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση, μια κυβέρνηση που δεν την σέβομαι, δεν είμαι καμωμένος για την κυβέρνηση ή για το κράτος, έγινα για το έθνος, και το ξέρω επειδή γι’ αυτό ίσα-ίσα πονώ. Για την κυβέρνηση μου έρχεται σιχαμός και καταφρόνια, άμα συλλογίζομαι την κυβέρνηση ξεπέφτω, μαργώνω και μαραίνομαι. Σηκώνομαι, ξανοίγω και ανθοβολώ άμα νοιώθω τον Ελληνισμό. Σε όποια γωνιά του Ελληνισμού και αν βρεθώ, θα πασχίζω πάντα να δυναμώνω, να ξυπνώ, να ζωντανεύω την ψυχή του, και ας γίνει οτι γίνει. Ξυπνώ καθε ύπνο, κεντρίζω καθε βαρεμό, συνδαυλίζω κάθε στάχτη, ξεσκεπάζω καθε σπίθα κρυμμένη και ανάβω κάθε φωτιά σβησμένη, βγάζω κάθε πνοή κουρασμένη και παίζω κάθε χορδή σιωπηλή. Ξυπνώ, ξυπνώ, ξυπνώ και γι αυτό με λεν και ξυπνητήρι…

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ
Είδα στον ύπνο μου τον Παύλο τον Μελά, να παίρνει σάρκα για να πει μια ιστορία για κάποια αγέρωχα κι αδούλωτα μυαλά, που προδιαγράφουν της Πατρίδας την πορεία. .
..

Είχ’ η μορφή του θλίψη, πόνο και οργή, για αυτούς που σήμερα τις τύχες μας ορίζουν, που ασελγούν πάνω σ΄ανθρώπους και σε γη και καθετί Ελληνικό το αφορίζουν.
...
Μέσα στην μπλε του την αντάρτικη στολή και με το χέρι του στη μαύρη τη πιστόλα, δίνει στους άντρες του ξανά την εντολή Ελευθερία και Πατρίδα πάνω από όλα!
...
Αν θες στον ύπνο σου να έρθει ο Μέλας μαζί μ’ αγγέλους, σκοτωμένα παλικάρια, να σε τραβήξουν απ ’τον δρόμο που τραβάς, για να βαδίσεις τα δικά τους τα αχνάρια... ..
.
φέρε στα μάτια σου του Παύλου τη στολή, ορκίσου πάνω της, πως δεν θα τον προδώσεις και συρε να βρεις την δική σου εντολή αφού τον ύπνο του εχθρού μας θα στοιχειώσεις.

  © Free Blogger Templates 'Greenery' by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP