Πρωτίστως πολιτικό ζήτημα η λύση του «γόρδιου δεσμού» των ΕΝΑΕ
Το Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας έδωσε στη δημοσιότητα ένα ακόμη «Κείμενο Εργασίας» στο οποίο διατυπώνονται καίριες επισημάνσεις για το διαφαινόμενο αιφνιδιαστικό ναυάγιο και καταλογίζει βαρύτατες ευθύνες στη γερμανική πλευρά…
Ζήτημα πρωτίστως πολιτικό η λύση του «γόρδιου δεσμού» των ΕΝΑΕ
Για ακόμα μία φορά στη διάρκεια των τελευταίων μηνών οδηγείται σε κατάρρευση η συμφωνία που θα καθορίσει και το μέλλον των Ελληνικών Ναυπηγείων Α.Ε. (ΕΝΑΕ). Η όλη υπόθεση έχει εξελιχθεί πλέον σε τραγωδία, με πρώτα και βασικότερα θύματα τους 1.300 εργαζόμενους των ναυπηγείων. Αποκλειστικά υπεύθυνοι γι’ αυτή την εξέλιξη είναι αφενός η – απαράδεκτη για Ευρωπαϊκή εταιρεία – στάση της γερμανικής πλευράς και φυσικά η επιδειχθείσα μέχρι σήμερα απελπιστική προχειρότητα της ελληνικής πλευράς.
Το χρονικό της υπόθεσης έχει ως εξής:
Κατά τη συνάντηση της Τρίτης 7 Σεπτεμβρίου μεταξύ του Υπουργού Εθνικής Άμυνας Ευάγγελου Βενιζέλου, του Χανς-Κριστόφ Ατζποντίεν, εκπροσώπου της ThyssenKrupp Marine Systems (TΚΜS) και του Ισκαντάρ Σάφα, εκπροσώπου της Abu Dhabi Mar (ADM), στην οποία επρόκειτο να επισημοποιηθεί η μονογραφή της συμφωνίας που είχε συμφωνηθεί το προηγούμενο βράδυ, ανέκυψε αιφνιδίως θέμα το οποίο αφορούσε την τροποποίηση του άρθρου 25 της σύμβασης που καθορίζει τις ποινικές ρήτρες μετά από επιβεβλημένη απαίτηση του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού (ΓΕΝ).
Με την ολοκλήρωση της μαραθώνιας συνάντησης, που διήρκησε περίπου τεσσεράμισι ώρες η TKMS απεδέχθη την ορθή απαίτηση του Υπουργού Εθνικής Άμυνας για την επαναδιατύπωση του άρθρου 25 σύμφωνα με τις επιθυμίες του Πολεμικού Ναυτικού. Για το λόγο αυτό, την επόμενη μέρα Τετάρτη 8 Σεπτεμβρίου, διεξήχθησαν εντατικές και έντονες διαπραγματεύσεις μεταξύ του ΓΕΝ και των εκπροσώπων της TKMS, οι οποίες κατέληξαν σε συμβιβαστική λύση. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο ποσοτικός καθορισμός των τεχνικών και επιχειρησιακών χαρακτηριστικών των τριών υποβρυχίων Type 214 που έχουν κατασκευαστεί από τα ΕΝΑΕ, και ο οποίος αποτελεί τη βάση για τον υπολογισμό του ύψους των ρητρών ή και την απόρριψη του/των υποβρυχίων πέρα από κάποια/κάποιες τιμές, θα είναι οι ίδιες που ίσχυαν στην αρχική σύμβαση ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ και εφαρμόστηκαν στην περίπτωση του «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ». Αν δε κατά τη διάρκεια των δοκιμών σε κάποιο/κάποια από τα τρία υποβρύχια παρουσιάζονταν αποκλίσεις από τις προβλεπόμενες αναλυτικά στη σύμβαση τιμές στις επιχειρησιακές και τεχνικές προδιαγραφές τότε η γερμανική πλευρά θα αναλάμβανε την υποχρέωση να το ή τα αποκαταστήσει στο επίπεδο του «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» εντός περιόδου χάριτος έξι μηνών.
Καθώς πρόσφατα ο «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» διεξήγαγε τις προβλεπόμενες δοκιμές στη Νορβηγία και τη Γερμανία (μάλιστα το Ομοσπονδιακό Γραφείο Τεχνολογίας και Προμηθειών [BWB)] του γερμανικού υπουργείου άμυνας ήδη απέστειλε επίσημα τα σχετικά αποτελέσματα και την αξιολόγηση του ως «αξιόπλοου» στο Υπουργείο Εθνικής Άμυνας), το Πολεμικό Ναυτικό με την παραπάνω ρύθμιση εξασφαλίστηκε από την εμφάνιση «εκπλήξεων» κατά την εκτέλεση των δοκιμών των τριών υποβρυχίων που έχουν κατασκευαστεί από τα ΕΝΑΕ στην Ελλάδα.
Στη συνέχεια αποφασίστηκε οι νομικοί εκπρόσωποι των δύο πλευρών να συντάξουν τα απαραίτητα τροποποιητικά έγγραφα για να αποτελέσουν μέρος της σύμβασης. Η διαδικασία αυτή επρόκειτο να λάβει χώρα το βράδυ της 8η ς Σεπτεμβρίου ώστε το πρωί της Πέμπτης 9 Σεπτεμβρίου η συμφωνία να ήταν έτοιμη, και μάλιστα πριν την αναχώρηση του υπουργού Εθνικής Άμυνας για την συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου στη Θεσσαλονίκη, ώστε σήμερα, 10 Σεπτεμβρίου 2010, να ελάμβανε την έγκριση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Εξωτερικών και Άμυνας (ΚΥΣΕΑ).
Οι πρώτες ενδείξεις για την ύπαρξη προβλήματος δόθηκαν από την καθυστέρηση της γερμανικής πλευράς να υποβάλλει τα τροποποιητικά έγγραφα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο ίδιος ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας να ζητήσει τη διερεύνηση του θέματος. Προς γενική κατάπληξη, η γερμανική πλευρά απάντησε ότι δεν επετεύχθη καμία συμφωνία την προηγούμενη ημέρα (!) και ότι το άρθρο 25 της σύμβασης θα πρέπει κατά την άποψή της να παραμείνει όπως είχε αρχικά διατυπωθεί.
Η ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ και ΑΚΑΤΑΝΟΗΤΗ ενέργεια αυτή της γερμανικής πλευράς αποδίδεται σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές στην ισχυρότατη νομική θέση της TKMS και ΔΥΣΤΥΧΩΣ, στην εξ αντικειμένου νομικά αδύναμη θέση της ελληνικής πλευράς. Το Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας (Ι.Α.Α.Α.) είναι σε θέση να γνωρίζει ότι για το ζήτημα ενημερώθηκε και ο πρωθυπουργός της χώρας Γεώργιος Παπανδρέου, αφού επρόκειτο να προβεί σε ειδική αναφορά στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης για την επιτυχία επίλυσης του προβλήματος των υποβρυχίων και των ΕΝΑΕ...
Προκειμένου να επιλύσει το νέο πρόβλημα ο υπουργός Εθνικής Άμυνας ζήτησε σήμερα το πρωί (10 Σεπτεμβρίου) από την ηγεσία της TKMS και τον εκπρόσωπο της ADM να μεταβούν στη Θεσσαλονίκη το επόμενο διήμερο. Ταυτόχρονα, σε κυβερνητικό επίπεδο άρχισε να εξετάζεται η δυνατότητα για παρέμβαση προς την γερμανική κυβέρνηση για την απαράδεκτη διαπραγματευτική συμπεριφορά της TKMS, η οποία πλέον δεν είναι απλώς άκαμπτη αλλά με ευκολία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως κακόπιστη.
Ένας κερδισμένος και πολλές απώλειες
Η εξέλιξη του ζητήματος των ναυπηγείων από τις 21 Σεπτεμβρίου του 2009, όταν η γερμανική πλευρά λίγο πριν τις εκλογές του Οκτωβρίου κατήγγειλε εγγράφως τις συμβάσεις και γνωστοποίησε την απόφασή της για πτώχευση των ΕΝΑΕ, μέχρι σήμερα και ειδικότερα μετά την πιο πρόσφατη εξέλιξη αποδεικνύει ότι το καρκίνωμα έπρεπε να είχε καταπολεμηθεί οριστικά το 2006.
Τότε, το «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» κατά τη διάρκεια των δοκιμών είχε παρουσιάσει τα γνωστά προβλήματα, αλλά η ελληνική πλευρά επέλεξε να μην προχωρήσει στην άμεση καταγγελία της σύμβασης. Σε αυτήν την περίπτωση, η υπόθεση θα είχε πολύ διαφορετική εξέλιξη, αφού το πρόβλημα φυσικά θα το είχε η TKMS και σε κάποιο βαθμό και το ελληνικό δημόσιο, αλλά η ελληνική νομική θέση θα ήταν απείρως ισχυρότερη.
Τον Οκτώβριο του 2009 που η νέα κυβέρνηση κληρονόμησε το πρόβλημα, η αντιμετώπισή του ήταν (όπως και αποδείχτηκε) έργο εξαιρετικά δύσκολο και περίπλοκο. Ειδικά δε η υπερβολικά άκαμπτη στάση της TKMS που όπως αναφέρθηκε στηρίζεται σε ισχυρή νομική βάση, αν και ήταν γνωστή εξαρχής στην ελληνική πλευρά, δεν φαίνεται να αξιολογήθηκε στο σύνολό της. Η κατάσταση επιβαρύνθηκε ακόμη περισσότερο από τις μόνιμες παθογένειες της ελληνικής δημόσιας διοίκησης που αντανακλάστηκαν και στις «χαλαρού» ρυθμού διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν το δίμηνο Ιουνίου - Ιουλίου.
Υπό άλλες προϋποθέσεις αυτό ίσως να μην είχε αρνητικές συνέπειες, αλλά όπως αποδείχτηκε και από την εξέλιξη των πραγμάτων η γερμανική πλευρά καιροφυλακτούσε και προωθούσε συστηματικά της επιδίωξή της όχι μόνο να διασφαλίσει, αλλά να υπερ-εξασφαλίσει το όποιο έννομο συμφέρον της.
Μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης
Στην περίπτωση που δεν επιτευχθεί λύση το επόμενο διήμερο στη Θεσσαλονίκη (αν και εφόσον πραγματοποιηθεί η συνάντηση), η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται στις συμπληγάδες μίας ΚΑΚΗΣ και μίας ΧΕΙΡΙΣΤΗΣ επιλογής. Η χείριστη επιλογή είναι πολύ εύκολο να περιγραφεί και ήδη έχουν γίνει πολλές αναφορές από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Περιληπτικά θα αναφέρουμε ότι σύμφωνα με τις προθέσεις που ουδέποτε απέκρυψε η TKMS, τα ΕΝΑΕ θα κηρυχθούν σε πτώχευση και θα τεθούν σε διαδικασία εκκαθάρισης με άμεσο αποτέλεσμα την απώλεια 1.300 θέσεων εργασίας. Η δε παραπομπή των συμβάσεων ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ και ΠΟΣΕΙΔΩΝ ΙΙ στη διεθνή διαιτησία πέρα από το όποιο κόστος νομικής εξυπηρέτησης της διαδικασίας θα έχει ως αποτέλεσμα την μη παραλαβή των ήδη ναυπηγηθέντων τεσσάρων υποβρυχίων των οποίων η παραμονή σε κατάσταση εκκρεμότητας προφανώς θα απαξιώσει σε μεγάλο βαθμό την επιχειρησιακή τους αξία.
Δηλαδή, με άλλα λόγια, τα περίπου 2 δις ευρώ που έχουν ήδη καταβληθεί από τον Έλληνα φορολογούμενο να καταλήξουν κυριολεκτικά και μεταφορικά στον βυθό της θάλασσας!
Ταυτόχρονα, υφίσταται σημαντικός κίνδυνος για το ελληνικό δημόσιο να υποχρεωθεί από την απόφαση του διεθνούς διαιτητικού δικαστηρίου να καταβάλει στην TKMS σημαντικού ύψους χρηματική αποζημίωση. Σε δεύτερη φάση, επόμενο θύμα θα είναι η ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη καθώς πολλές επιχειρήσεις της δραστηριοποιούνται ως εργολάβοι στα ΕΝΑΕ και τελικά η εθνική ναυπηγική και ναυπηγοεπισκευαστική βιομηχανία συνολικά.
Η κακή λύση είναι η αποδοχή της γερμανικής απαράδεκτης ενέργειας από την κυβέρνηση, καθώς με βάση τα μέχρι τώρα πεπραγμένα, η γερμανική πλευρά αδιαφορώντας για την καλή πίστη που επέδειξε το 2006 η ελληνική πλευρά, εμφανίζεται να προωθεί με τον πιο αδίστακτο και απαράδεκτο μεταξύ εταίρων τρόπο, να προωθεί τα οποιαδήποτε συμφέροντά της.
Είναι αυτονόητο ότι η ελληνική κυβέρνηση, δυστυχώς για τα συμφέροντα της χώρας, δεν βρίσκεται πια απλά με μία απασφαλισμένη χειροβομβίδα στα χέρια της, αλλά πλέον κινείται μέσα σε ναρκοπέδιο. Θα απαιτηθεί λοιπόν το μέγιστο των διαπραγματευτικών δυνατοτήτων αλλά και πολιτικών ικανοτήτων ώστε να ξεπεραστεί η κρίση και φυσικά η κατάλληλη παρέμβαση σε ανώτατο πολιτικό επίπεδο.
Είναι απολύτως απαράδεκτο εταιρία που δραστηριοποιείται στον ευαίσθητο τομέα της άμυνας και που εδρεύει στη χώρα που θεωρείται – και δικαίως – ηγέτιδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να επιδεικνύει τέτοια ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΗ διαπραγματευτική συμπεριφορά απέναντι σε μια χώρα-μέλος όπως η Ελλάδα, η οποία επέδειξε καλή πίστη στο θέμα των υποβρυχίων και δεν άσκησε – ενδεχομένως σκεπτόμενη αφελώς – τα νόμιμα ένδικα μέσα όπως αυτά ορίζονται από τη αρχική σύμβαση των υποβρυχίων, για να
μη διαταράξει τις διμερείς αλλά και τις εταιρικές σχέσεις στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Καθώς οι ελληνικές αμυντικές δαπάνες πέρα από την εθνική άμυνα υποστηρίζουν και μάλιστα δυσανάλογα με το μέγεθος της χώρας, την ευρωπαϊκή και φυσικά τη γερμανική αμυντική βιομηχανία, το θέμα είναι πλέον ΠΡΩΤΙΣΤΩΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟ. Και φυσικά θα πρέπει να τεθεί από την ελληνική κυβέρνηση πέρα από το διμερές πλαίσιο και στο επίπεδο του Συμβουλίου Κορυφής.
Ταυτόχρονα όμως αναδεικνύεται γι άλλη μία φορά η απόλυτα επιτακτική ανάγκη για την εκπόνηση μιας ολοκληρωμένης πολιτικής για το σύνολο του ναυπηγικού – ναυπηγοεπισκευαστικού ελληνικού τομέα καθώς ακόμα κι αν ξεπεραστεί η συγκεκριμένη κρίση με τα όποια κέρδη και απώλειες, η απόκτηση της πλειοψηφίας των μετοχών των ΕΝΑΕ από την ADM δεν επαρκεί για να λύσει συνολικά το πρόβλημα.
Για πρώτη φορά είναι τόσο πιεστική η ανάγκη ώστε η ελληνική πολιτεία να υπερβεί τον μέχρι σήμερα αποδεδειγμένα αντιπαραγωγικό ρόλο της ως θερμοκοιτίδας του κρατικοδίαιτου καπιταλισμού και να σχεδιάσει και εφαρμόσει ουσιαστική πολιτική.
πηγή
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου