Κυριακή 17 Οκτωβρίου 2010

Το ιστορικό αρχείο της Columbia προσάναμμα για τους λαθρομετανάστες.

ΛΑΘΡΟΠΡΟΠΑΓΑΝΔΑ ΤΗΣ "ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ" ΠΑΝΩ ΣΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΗΣ COLUMBIA ΠΟΥ ΘΑ ΓΙΝΟΤΑΝ ΜΟΥΣΕΙΟ



Της Μαριλης Μαργωμενου

Είμαι στο κεντρικό κτίριο της Columbia, κάθομαι στην καρέκλα του διευθυντή. Σ’ ό, τι έμεινε απ’ την καρέκλα, δηλαδή, γιατί τη μαλακή πλάτη της την έκοψε πολύ καιρό πριν κάποιος για να την κάνει κρεβάτι. Απέναντί μου ο Μούι, γύρω στα 35, από το Σουδάν. Δεν ξέρει ούτε οι νότες πώς γράφονται. Αυτός κάθεται σε μια πλαστική καρέκλα, απ’ αυτές που πουλούν οι τσιγγάνοι. Γύρω μας, όλο το αρχείο της Columbia. Oχι σε ράφια. Στο πάτωμα. Πρέπει απλώς να μη φοβάσαι τα ποντίκια και είναι εύκολο να τα βρεις. Μπομπίνες ξετυλιγμένες, χυμένες παντού. Πατάς στα λοφάκια που σχηματίζει η ταινία και ψάχνεις τα άδεια κουτιά: «Τσιτσάνης - “Σκοπευτήριο” - 1975» διαβάζω στην ετικέτα. Αλλά ο Μούι ξέρει ελάχιστα Ελληνικά. Το μόνο χρήσιμο γι’ αυτόν στ’ απομεινάρια της Columbia είναι το τσιμεντένιο ταβάνι, που τον φυλάει από τη βροχή...
Εκατό ρακένδυτοι σε οκτώ μισογκρεμισμένα κτίρια: ...
η Columbia της λεωφόρου Ηρακλείου, που θα γινόταν μουσείο. Οι τοίχοι έχουν πέσει κι έτσι καίνε ξύλα από τα δέντρα μέσα στα στούντιο για να ζεσταθούν. Τα πρωινά, με τα μπιτόνια στο χέρι, κάποιος απ’ όλους ξυπνάει ξημερώματα και ισορροπώντας στα βουνά με τις κασέτες πάει στο πάρκο δίπλα, να φέρει νερό. «Ξέρεις τι ήταν εδώ;» Ο Γιασίν από τη Αλγερία γνέφει καταφατικά. «Οι άλλοι δεν ξέρουν», λέει. Οι άλλοι δεν μιλούν Aγγλικά, αλλά ο Γιασίν κατεβάζει τη φωνή ούτως ή άλλως, μην τους προσβάλλει. «Εγώ είδα την πινακίδα απέξω». «Ηταν η Columbia εδώ. Ταινίες γύριζαν, έτσι;» Εδώ όπου στέκεται ο Γιασίν, ήταν το στούντιο ηχογραφήσεων. Κάπου εδώ στεκόταν ο Σεφέρης όταν απήγγελλε τους στίχους του, να γίνουν δίσκος. Ο Γιασίν τραβάει μια ταινία απ’ τον σωρό, την τεντώνει μπροστά μου. «Μπορείς να την κάνεις ό, τι θες», λέει. Μ’ αυτήν κάνει σχοινί κι απλώνει τα ρούχα του να στεγνώσουν. Απ’ αυτήν φτιάχνει μπάλες και τις βάζει για στρώμα τη νύχτα που κοιμάται. Αυτήν έχει για προσάναμμα, να μαγειρεύει στη γωνία των παλιών γραφείων. Ο Γιασίν γελάει. «Αυτή η ταινία δεν τελειώνει ποτέ», λέει.

Η ταινία της ζωής τους. Τόσα χιλιόμετρα, όσα είναι από ’δω ώς την πατρίδα του Γιασίν. Ή ώς τη Νορβηγία, όπου είχε σκοπό να πάει, μέχρι που ξέμεινε από λεφτά και κόλλησε στην Ελλάδα. Ή ώς τη χώρα του Μούι, το Σουδάν. Ο Μούι ήταν ναυτικός εκεί – «είχα δύο αστέρια στη στολή», απαντάει όταν τον ρωτάω. Φοράει ένα βρώμικο μπλουζάκι της Μπαρτσελόνα, αλλά χτυπάει με τα δύο δάχτυλα τον ώμο του, σαν να είναι ακόμη εκεί τα αστέρια. Κάποιος του είπε για την Ελλάδα, όπου πληρώνονται καλά οι καπετάνιοι, και πρώτη φορά μπήκε σε πλοίο λαθρεπιβάτης.


Τώρα ο Μούι βγάζει από την τσέπη του και μου δείχνει μια καρτούλα. Εχει τη φωτογραφία του και δίπλα «Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών». Μπορεί να μην έχει να φάει, αλλά τα κατάφερε, έτσι μου λέει, να μπει στο Tμήμα Ναυτιλίας στη Χίο.


«Προσέχω πολύ, κάθε τόσο έρχονται αστυνομικοί εδώ. Δεν ξεμπλέκεις μαζί τους, ό, τι χαρτιά και να έχεις». Γελάει όταν λέω πως μάλλον θα φοβάται τη φυλακή. «Τέσσερα χρόνια εδώ, συνήθισα», απαντάει. «Το μόνο που φοβάμαι είναι μήπως δεν με αφήσουν να πάω στο πανεπιστήμιο. Μη με κλείσουν μέσα όταν αρχίζει το τμήμα μου». Eνα παιδί στο βάθος τραγουδάει μαζί με το ραδιοφωνάκι τη «λεωφόρο των σπασμένων ονείρων». «Boulevard of broken dreams».

Είμαι στο κτίριο της Columbia, που θα γινόταν μουσικό μουσείο. Με τον Μούι, που θα γινόταν καπετάνιος. Με τον Γιασίν, που θα πήγαινε στη Νορβηγία. Με τον Σάρι, που θα μάζευε λεφτά και θα έχτιζε σπίτι για τον γιο του. Ο Μούι κρύβεται, ο Γιασίν τις νύχτες πάνω στο στρώμα από τις ταινίες κλαίει και ο Σάρι αύριο γυρνάει στην Αλγερία, να φτυαρίζει τσιμέντο για να χτίσουν οι άλλοι άνθρωποι σπίτια στα παιδιά τους.

Αν μπορούσες σ’ ένα μαγνητόφωνο να παίξεις όλες αυτές τις ξετυλιγμένες μπομπίνες που πατούν τα πόδια τους ή αν μπορούσες έστω να βρεις μες στο κουβάρι την ταινία με το «Δεν λες κουβέντα» της Μπέλλου, που το κουτάκι της χάσκει στα πόδια μου αδειανό, ίσως να ήταν πιο εύκολο να τους καταλάβεις. Ο Σάρι από την Αλγερία και ο Μούι από το Σουδάν ξέρουν πολύ καλά τι σημαίνει ο στίχος κι ας μην τον έχουν ακούσει ποτέ: «Ψάχνω για μια διέξοδο γυρεύοντας μια αλλιώτικη ζωή».

«Τρώνε» λίγο λίγο τον φράκτη

Eνας άνδρας με το φορτηγάκι του παρκάρει στη λεωφόρο Ηρακλείου. Με τον κόφτη για τις σιδερόβεργες στο χέρι, χωρίς βιασύνη, περνάει την πύλη. «Πάει να κλέψει τον φράχτη», λέει ο Γιασίν. «Ξέρεις πόσο πουλιέται το σίδερο;»

Το μόνο πράγμα που έμεινε στην Columbia και μπορεί να πουληθεί είναι ο σιδερένιος φράχτης. Ο, τι άλλο άξιζε έστω και μια δεκάρα το ’χουν ήδη κλέψει. «Εγώ δεν κλέβω». Ο Γιασίν αυτό το λέει συνέχεια. «Εγώ δεν κλέβω». Είναι η μόνη φράση που ξέρει και στα Ελληνικά. «Oχι η μόνη», με διορθώνει. «Ξέρω και το “φύγε μ...”. Αυτό το έμαθα απ’ τους αστυνομικούς».

Δεν ξέρω τι να πω κι εκείνος νομίζει πως δεν κατάλαβα. «Γι’ αυτό έμαθα και το “εγώ δεν κλέβω”», εξηγεί. «Να έχω κάτι να φωνάζω άμα με δέρνουν». Ο Γιασίν μιλάει χωρίς ένταση, σαν να διηγείται άλλου ανθρώπου την ιστορία. Κανείς εδώ δεν θέλει να τον λυπούνται. «Τα παιδιά στην Columbia δεν είναι φτωχά». Ο Γιασίν τονίζει μία μία τις λέξεις. «Αυτό να γράψεις. Στη χώρα τους έχουν οικογένεια και σπίτι και αυτοκίνητο. Μόνο δικαιοσύνη δεν έχουν, γι’ αυτό έφυγαν».

Γι’ αυτό ο Μούι, όταν πάω να σημειώσω το όνομά του αγριεύει. «Oχι!», φωνάζει. «Εγώ είχα γαλόνια στο Σουδάν. Είχα σπίτι. Να μάθουν πως ζω έτσι;». Ο Μούι αρπάζει το στυλό και μουντζουρώνει το επώνυμό του στο σημειωματάριο. Και ο Σάρι, έξι μήνες τώρα, λέει στη γυναίκα του όλο το ίδιο ψέμα. «Μένω σε ένα ζεστό σπίτι. Εχω δικό μου δωμάτιο. Οι Ελληνες είναι καλοί». Ο Σάρι με κοιτάζει σαν να προσπαθεί να μαντέψει τι σκέφτομαι. «Δεν είναι ψέμα», λέει. «Μια ευχή είναι».

το είδαμε εδω

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΥΚΟΥΤΡΗΣ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΥΚΟΥΤΡΗΣ
"Ο ηρωικός άνθρωπος αισθάνεται πως είναι διαλεγμένος από την Μοίραν ως αγωνιστής και ως μάρτυς - περισσότερον ως μάρτυς, αφού την επιτυχίαν δεν την μετρεί με αποτελέσματα άμεσα, με αριθμούς και μεγέθη, δεν την μετρεί καν διόλου. Είναι το αλεξικέραυνον, που θα συγκεντρώση επάνω του (θα προσελκύση μάλλον εθελουσίως) όλας τας καταιγίδας και όλα τ' αστροπελέκια, διά να προστατευθούν τα κατοικητήρια των ειρηνικών ανθρώπων. Εις την ετοιμότητα του κινδύνου, τον σύρει με ακαταμάχητον έλξιν η αισθητική, θα έλεγα, γοητεία του κινδύνου, η συναίσθησις ότι είναι προνόμιον των ολίγων να συντρίβωνται υπέρ των άλλων υπό των άλλων - το πολυτιμότερον προνόμιον! Ο ηρωικός άνθρωπος δεν είναι το άνθος, δεν είν' ο καρπός - αυτά αντιπροσωπεύουν το παρόν και του παρόντος την ανεπιφύλακτον χαράν. Είναι ο σπόρος που θα ταφή και θα σαπίση δια ν' αναφανή το άνθισμα και το κάρπισμα. Είν' εκείνος που θάπτεται δια να εορτασθή η ανάστασις, και ανάστασις χωρίς ταφήν δεν υπάρχει."

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ
Απάντηση στο Ρουσίτ Πασά στα 1822

''Πασά μου, μου στέλνεις ένα μπουγιουρντί, μου λες να προσκυνήσω, και εγώ πασά μου ερώτησα τον πούτσο μου τον ίδιο, και αυτός μου αποκρίθηκε να μη σε προσκυνήσω κι αν ερθείς επάνω μου ευθύς να πολεμίσω''

Και απάντηση στον Σιλιχτάρ Μπόδα στα 1823

''Γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας. Δεν εντρέπεσθε να ζητείτε «από ημάς» συνθήκην με «έναν» κοντζιά σκατο-Σουλτάν Μαχμούτην -να τον χέσω και αυτόν και τον Βεζίρην σας και τον Εβραίον Σιλιχτάρ Μπόδα την πουτάνα! - Άμα ζήσω, θα τους γαμήσω. Άμα πεθάνω, θα μου κλάσουν τον πούτσο''

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
"Φυλάτε τη Γη σας και την Τιμή της μόνο με Σπαθί. Πάψετε σαπιοδάσκαλοι και σαπιορήτορες- ΑΝΑΦΟΡΑΤΖΗΔΕΣ- να εξευτελίζετε τη Φυλή. Πάψετε παλιόγρηες τις κλάψες, τα σάλια, τα μελάνια και πιάστε το Σπαθί. Τα πάντα στη Ζωή -Η ΦΥΣΙΣ ΤΟ ΛΕΕΙ- κατακτώνται με το Σπαθί."

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
















Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση. Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν άρμάδα...

(Μέρος του λόγου που εκφώνησε ο Κολοκοτρώνης στην Πνύκα).

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Δεν με μέλει αν βάλω σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση, μια κυβέρνηση που δεν την σέβομαι, δεν είμαι καμωμένος για την κυβέρνηση ή για το κράτος, έγινα για το έθνος, και το ξέρω επειδή γι’ αυτό ίσα-ίσα πονώ. Για την κυβέρνηση μου έρχεται σιχαμός και καταφρόνια, άμα συλλογίζομαι την κυβέρνηση ξεπέφτω, μαργώνω και μαραίνομαι. Σηκώνομαι, ξανοίγω και ανθοβολώ άμα νοιώθω τον Ελληνισμό. Σε όποια γωνιά του Ελληνισμού και αν βρεθώ, θα πασχίζω πάντα να δυναμώνω, να ξυπνώ, να ζωντανεύω την ψυχή του, και ας γίνει οτι γίνει. Ξυπνώ καθε ύπνο, κεντρίζω καθε βαρεμό, συνδαυλίζω κάθε στάχτη, ξεσκεπάζω καθε σπίθα κρυμμένη και ανάβω κάθε φωτιά σβησμένη, βγάζω κάθε πνοή κουρασμένη και παίζω κάθε χορδή σιωπηλή. Ξυπνώ, ξυπνώ, ξυπνώ και γι αυτό με λεν και ξυπνητήρι…

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ
Είδα στον ύπνο μου τον Παύλο τον Μελά, να παίρνει σάρκα για να πει μια ιστορία για κάποια αγέρωχα κι αδούλωτα μυαλά, που προδιαγράφουν της Πατρίδας την πορεία. .
..

Είχ’ η μορφή του θλίψη, πόνο και οργή, για αυτούς που σήμερα τις τύχες μας ορίζουν, που ασελγούν πάνω σ΄ανθρώπους και σε γη και καθετί Ελληνικό το αφορίζουν.
...
Μέσα στην μπλε του την αντάρτικη στολή και με το χέρι του στη μαύρη τη πιστόλα, δίνει στους άντρες του ξανά την εντολή Ελευθερία και Πατρίδα πάνω από όλα!
...
Αν θες στον ύπνο σου να έρθει ο Μέλας μαζί μ’ αγγέλους, σκοτωμένα παλικάρια, να σε τραβήξουν απ ’τον δρόμο που τραβάς, για να βαδίσεις τα δικά τους τα αχνάρια... ..
.
φέρε στα μάτια σου του Παύλου τη στολή, ορκίσου πάνω της, πως δεν θα τον προδώσεις και συρε να βρεις την δική σου εντολή αφού τον ύπνο του εχθρού μας θα στοιχειώσεις.

  © Free Blogger Templates 'Greenery' by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP