Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010

Η ΦΛΟΓΕΡΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ ΛΟΓΟΣ ΠΡΩΤΟΣ

Κωστή Παλαμά
[...]Και μιάν αυγή ανοιξιάτικη, χυτή στην ώρια πλάση,
στους Κόρφους και στους Βόσπορους και σ' όλα τα ακρογιάλια
σα σε ξωθιάς αερόκορμο πορφύρα μιάς αυγούστας,
κ' ήρθε, δεν ξέρω κι απο ποιά βουλή και απο ποια μοίρα,
κι αποκοιμήθηκε αλαφρά των πολεμάρχων η έγνοια
και αποκαρώθη του κλεισμού για μια στιγμή το πείσμα,
του Λογοθέτη σύντροφοι, του βασιλιά νομάτοι,
σπαθάρηδες, δομέστικοι, σεργέντες, ασικρίτες,
βρεθήκανε ξεφαντωτές και πήγαν πεζοδρόμοι
και σταματήσαν ίσα εκεί στο χάλασμα · και ο τόπος
γέμισε απο μιλήματα και βρόντους χαροκόπων,
κυκλογυρίσματα έβλεπες, άκουες τραγούδια, και είταν
ξανάσασμα και γιόρτασμα. Κ' έξαφνα μέσα σε όλα,
σε μιά ώρα μυστηριακή, του απίστευτου γεννήτρα,
σπαθάρης νιός τριγυριστής ανοιχτομάτης ήρθε
και βρέθηκε σε ξαφνική, σε αλλότριαν όψη αγνάντια,
κ' έβγαλε μιά στριγγιά φωνή, και τρέξαν όλοι. Βλέπουν.
...
Κατά τον τοίχο στριμω[(γ)]μένο, σάμπως καρφωμένο,
στο πλάϊ μνημάτου ξέσκεπου, διαγουμισμένου, κάτι
που ξέγινε κι απο άνθρωπος, τραβώντας για να γίνη
σκέλεθρο, και μαυρόδειχνε στα κόκκαλά του απάνου
σκουλικιασμένο το πετσί, κορμιού στερνή κατάντια.
Ακέριος. Μαύρος και γυμνός και ασύγκριτος και μέγας.
Τίποτε δεν τ' απόμενε, και μοναχά βαστούσε
στην τρύπα που είταν άλλοτε το στόμα, μιά φλογέρα.
Κ' έλεες, ολόρθος έστεκε, πρόθυμος για ν' ανοίξη
στο πιο παράξενο όραμα την πύλη του άλλου κόσμου,
και να το κάμη, φέρνοντάς το εδώ, βραχνά της πλάσης
και της φλογέρας λαλητής να γίνη, για να σύρουν
αγνάντια του και γύρω του σπαθάρηδες, στρατιώτες,
ασικρίτες, δομέστικοι, πρωτοστρατόριοι, αρχόντοι,
του Λογοθέτη οι σύντροφοι, του βασιλιά οι νομάτοι
γοργά τα πόδια σε χορό συρμένο απο δαιμόνους.
Και το ξεφάντωμα άλλαξε, γίνηκε αγκούσα · τρόμος
θρησκευτικός το ξέγνοιαστο πετρώνει πανηγύρι,
κι όλοι, στο φάντασμα μπροστά, κοπάδι που το δένει
μεσ' απ' των ίσκιων το λαό του αξήγητου η καδένα.

[...]

Κ' ένα σάλεμα σάλεψε στα ολόβαθα του νου τους
και στην καρδιά τους μια φωνή · κ' ετσ' η φωνή μιλούσε:
«Στρατιώτες και σπαθάρηδες, τουρμάρχες και σεργέντες,
του Λογοθέτη οι σύντροφοι, του βασιλιά οι νομάτοι,
χαρά σ' εσάς κι αλίμονο σ' εσάς, του ξένου διώχτες!
Άγριο κι αν είναι το όραμα, καλό είναι το σημάδι».

[...]

Και σίμωσε κι ο Λογοθέτης κ' έκαμε πως θέλει
ν' απλώση προς το σκέλεθρο το χέρι για να βγάλη
την περιπαίχτρα τη φλογέρα απο το στόμα του · όμως
δεν πρόφτασε το χέρι του να γγίξη τη φλογέρα ·
τους συνεπαίρνει απίστευτο γρίκημα, πιο μεγάλο
θάμα · η φλογέρα, και μιλά και λέει και την ακούνε.
Και χύθηκ' ένα απέραντο κελάϊδισμα, σα νάχαν
όλα σωπάσει γύρω τους, κι ας είχαν όλα αλλάξει,
και στόμα γίναν και φωνή κ' ένα τραγούδι πλέξαν.

Κ' έτσι αχολόγαε κ' η φωνή και μίλαε το σουραύλι:

- Είμαι η φλογέρα εγώ, επική, προφητικό καλάμι.
Εγώ είμαι αλλαδερφή της Κλειώς και γλώσσα της Καλλιόπης.
Με μάτιασε της Σίβυλλας εμέ η ματιά κι ακόμα
μου σκούζει μεσ' στα σωθικά το σκούσμα της Κασσάντρας.
Σαν την Εκάβη θρήνησα κι άκουσα της Γοργόνας
της μυθικής το ρώτημα το αψύ προς τα καράβια:
«Ζη ο βασιλάς Αλέξαντρος;» Κ' εγώ ειμ' η απόκριση · είπα:
«Δέσποινα, ζη και ζώνεται, δικός μας είναι πάντα!»
Έπαιξα εγώ της Μαξιμώς και χόρεψε · του Ακρίτα
ξεσκέπασα τη λεβεντιά και τον παράδωκα ίσα
προς τους καιρούς αθάνατο · και οι Μοίρες με μοίραναν
όλες · πρωτοφανέρωτη στη δόξα της Αθήνας,
απο τη Ρώμη πέρασα και ρίζωσα στην Πόλη.
Σαν κύκνο, Ευρώτα, μ' έλουσες, και οι ροδοδάφνες σου
άξια κανοναρχούσαν, κ' έψελνα. Και μ' έβρεξε και ο Κύδνος
που ακόμα απο τ' αντίφεγγο της Κλεοπάτρας φέγγει.
Γεννήτρες μου ειν' οι μυστικές και οι φοβερές Μητέρες.
Φλογέρα η γλώσσα κ' η όψη μου · μα χίλιες όψεις παίρνω,
και το τραγούδι μου χρησμός και η μουσική μου νόμος.
Με τα φτερούγια του όνειρου κι αβάσταγα πετώντας
περνώ αποπάνου απο καιρούς και απο τους τόπους πέρα
με πας, καράβι, δαίμονα του πέλαου, Φαντασία.
Γίνομαι σάλπιγγα, σαλπίζω απάνου απο τους τάφους,
τους πεθαμμένους ξαγρυπνώ, το δρόμο τους ρυθμίζω,
και το κορμί του τωρινού στο περασμένο δίνω,
και φέρνω σας και τ' αυριανά με πρώϊμη γέννα ομπρός σας.
Τον άλλο κόσμο εγώ χω αρχή, τέλος τον κόσμον όλο,
γιομίζω τον αέρα αχός, μ' ακούν, τ'αυτιά γητεύω,
κι απ' τον αχό περνώ στο φως και πουθενά δε στέκω,
και ζωγραφιά τη μουσική, τον ήχο στίχο κάνω,
και το πουλί είμαι που λαλά μ' ανθρώπινη λαλίτσα
και με λαλιά υπεράνθρωπη · κι ακούστε με, κι ακούστε.
Μην τρέμετε · είμαι η ταπεινή, κ' εγώ είμαι όλου του κόσμου,
κ' εγώ είμαι η βλάχα η όμορφη, κ' η βλάχα η παινεμένη.

[...]

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΥΚΟΥΤΡΗΣ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΥΚΟΥΤΡΗΣ
"Ο ηρωικός άνθρωπος αισθάνεται πως είναι διαλεγμένος από την Μοίραν ως αγωνιστής και ως μάρτυς - περισσότερον ως μάρτυς, αφού την επιτυχίαν δεν την μετρεί με αποτελέσματα άμεσα, με αριθμούς και μεγέθη, δεν την μετρεί καν διόλου. Είναι το αλεξικέραυνον, που θα συγκεντρώση επάνω του (θα προσελκύση μάλλον εθελουσίως) όλας τας καταιγίδας και όλα τ' αστροπελέκια, διά να προστατευθούν τα κατοικητήρια των ειρηνικών ανθρώπων. Εις την ετοιμότητα του κινδύνου, τον σύρει με ακαταμάχητον έλξιν η αισθητική, θα έλεγα, γοητεία του κινδύνου, η συναίσθησις ότι είναι προνόμιον των ολίγων να συντρίβωνται υπέρ των άλλων υπό των άλλων - το πολυτιμότερον προνόμιον! Ο ηρωικός άνθρωπος δεν είναι το άνθος, δεν είν' ο καρπός - αυτά αντιπροσωπεύουν το παρόν και του παρόντος την ανεπιφύλακτον χαράν. Είναι ο σπόρος που θα ταφή και θα σαπίση δια ν' αναφανή το άνθισμα και το κάρπισμα. Είν' εκείνος που θάπτεται δια να εορτασθή η ανάστασις, και ανάστασις χωρίς ταφήν δεν υπάρχει."

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ
Απάντηση στο Ρουσίτ Πασά στα 1822

''Πασά μου, μου στέλνεις ένα μπουγιουρντί, μου λες να προσκυνήσω, και εγώ πασά μου ερώτησα τον πούτσο μου τον ίδιο, και αυτός μου αποκρίθηκε να μη σε προσκυνήσω κι αν ερθείς επάνω μου ευθύς να πολεμίσω''

Και απάντηση στον Σιλιχτάρ Μπόδα στα 1823

''Γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας. Δεν εντρέπεσθε να ζητείτε «από ημάς» συνθήκην με «έναν» κοντζιά σκατο-Σουλτάν Μαχμούτην -να τον χέσω και αυτόν και τον Βεζίρην σας και τον Εβραίον Σιλιχτάρ Μπόδα την πουτάνα! - Άμα ζήσω, θα τους γαμήσω. Άμα πεθάνω, θα μου κλάσουν τον πούτσο''

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
"Φυλάτε τη Γη σας και την Τιμή της μόνο με Σπαθί. Πάψετε σαπιοδάσκαλοι και σαπιορήτορες- ΑΝΑΦΟΡΑΤΖΗΔΕΣ- να εξευτελίζετε τη Φυλή. Πάψετε παλιόγρηες τις κλάψες, τα σάλια, τα μελάνια και πιάστε το Σπαθί. Τα πάντα στη Ζωή -Η ΦΥΣΙΣ ΤΟ ΛΕΕΙ- κατακτώνται με το Σπαθί."

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
















Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση. Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν άρμάδα...

(Μέρος του λόγου που εκφώνησε ο Κολοκοτρώνης στην Πνύκα).

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Δεν με μέλει αν βάλω σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση, μια κυβέρνηση που δεν την σέβομαι, δεν είμαι καμωμένος για την κυβέρνηση ή για το κράτος, έγινα για το έθνος, και το ξέρω επειδή γι’ αυτό ίσα-ίσα πονώ. Για την κυβέρνηση μου έρχεται σιχαμός και καταφρόνια, άμα συλλογίζομαι την κυβέρνηση ξεπέφτω, μαργώνω και μαραίνομαι. Σηκώνομαι, ξανοίγω και ανθοβολώ άμα νοιώθω τον Ελληνισμό. Σε όποια γωνιά του Ελληνισμού και αν βρεθώ, θα πασχίζω πάντα να δυναμώνω, να ξυπνώ, να ζωντανεύω την ψυχή του, και ας γίνει οτι γίνει. Ξυπνώ καθε ύπνο, κεντρίζω καθε βαρεμό, συνδαυλίζω κάθε στάχτη, ξεσκεπάζω καθε σπίθα κρυμμένη και ανάβω κάθε φωτιά σβησμένη, βγάζω κάθε πνοή κουρασμένη και παίζω κάθε χορδή σιωπηλή. Ξυπνώ, ξυπνώ, ξυπνώ και γι αυτό με λεν και ξυπνητήρι…

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ
Είδα στον ύπνο μου τον Παύλο τον Μελά, να παίρνει σάρκα για να πει μια ιστορία για κάποια αγέρωχα κι αδούλωτα μυαλά, που προδιαγράφουν της Πατρίδας την πορεία. .
..

Είχ’ η μορφή του θλίψη, πόνο και οργή, για αυτούς που σήμερα τις τύχες μας ορίζουν, που ασελγούν πάνω σ΄ανθρώπους και σε γη και καθετί Ελληνικό το αφορίζουν.
...
Μέσα στην μπλε του την αντάρτικη στολή και με το χέρι του στη μαύρη τη πιστόλα, δίνει στους άντρες του ξανά την εντολή Ελευθερία και Πατρίδα πάνω από όλα!
...
Αν θες στον ύπνο σου να έρθει ο Μέλας μαζί μ’ αγγέλους, σκοτωμένα παλικάρια, να σε τραβήξουν απ ’τον δρόμο που τραβάς, για να βαδίσεις τα δικά τους τα αχνάρια... ..
.
φέρε στα μάτια σου του Παύλου τη στολή, ορκίσου πάνω της, πως δεν θα τον προδώσεις και συρε να βρεις την δική σου εντολή αφού τον ύπνο του εχθρού μας θα στοιχειώσεις.

  © Free Blogger Templates 'Greenery' by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP