Όταν συνηθίσαμε στη ντροπή
Αφορμή για αυτό το κείμενο είναι η φωτογραφία που κάνει το γύρο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Ένα πολύ γνωστό κατάστημα στο κέντρο της Αθήνας, στον εμπορικότερο δρόμο της χώρας, την Ερμού, αποφάσισε να...
διακοσμήσει τη βιτρίνα του με την παρακάτω φράση: » Hungry but chic» (Πεινασμένος αλλά σικ). Λέγοντας μας ξεδιάντροπα.....
πως ξέρουμε ότι πεινάτε αλλά πρέπει να ψωνίσεις κάτι από εδώ για να είσαι κομψός και μοδάτος. Να ντύσεις τη θλιβερή εικόνα σου με κάτι από αυτά που πουλάμε. Πόση ντροπή;
Δεν μπορώ να μπω στο μυαλό αυτού του ανθρώπου που σκαρφίστηκε αυτό τον προκλητικό τρόπο να διαφημιστεί, δεν μπορώ να καταλάβω τι πίστευε ότι θα πετύχει, πόσο επιπόλαιος είναι. Μάλλον θα πρέπει να απολογηθεί το συντομότερο δυνατό. Ένα λαό που υποφέρει δεν μπορείς να τον προκαλείς ή να τον χλευάζεις. Κάπου υπάρχει και ένα όριο. Καμία δικαιολογία δεν αρκεί για αυτό το ατόπημα. Ακόμα και διπλή ανάγνωση να έχει αυτή η φράση, ακόμα και αν δεν εννοεί αυτό που καταλαβαίνουμε όλοι, είναι απαράδεκτο να δημιουργεί έστω και αυτή την εντύπωση. Με κάποια πράγματα δεν παίζεις.
Αυτή η θλιβερή εικόνα όμως με έκανε να σκεφτώ και κάτι άλλο. Αλήθεια, συνηθίσαμε στη ντροπή. Αλήθεια σας το λέω. Συνηθίσαμε να ντρεπόμαστε για τη χώρα μας, για την κρίση, για τους μαχαιρωμένους συνανθρώπους μας, για τους πεινασμένους, τους άστεγους, για τους φίλους μας που φεύγουν στο εξωτερικό γιατί εδώ δεν έχουν καμία ευκαιρία, για τους άνεργους που κλαίνε, για αυτούς που ψάχνουν στα σκουπίδια, γι αυτούς τους παππούδες και τις γιαγιάδες που ζητιανεύουν σε κάθε γωνιά της πόλης. Για τους ανθρώπους που αυτοκτονούν κάθε μέρα, για τα συσσίτια που ξεκινάνε και πάλι στα σχολεία, για εμάς που σταματήσαμε να ονειρευόμαστε και να ελπίζουμε, ντροπή που πλέον είμαστε φτωχοί, ντροπή που δεν έχουμε χρήματα να ψωνίσουμε τα απαραίτητα, ντροπή για τις προκλήσεις κάθε λογής που αφήνουμε αναπάντητες, για το φόβο που νιώθουμε… ντροπή και θλίψη για όλα. Όχι γιατί μας χαλάει την αισθητική. Δε μιλάω γι αυτή τη ντροπή. Μιλάω για το αρνητικό συναίσθημα ενοχής που νιώθει κάποιος όταν συνειδητοποιεί ότι έφταιξε σε κάτι. Κάπου φταίξαμε σαφώς αλλά το τίμημα που πληρώνουμε δεν είναι πολύ βαρύ; Το βάρος που σηκώνουμε δεν είναι δυσανάλογο των ευθυνών μας;
Δε μιλάμε, τα βλέπουμε και υποφέρουμε σιωπηλά. Τι να πεις άλλωστε; Πότε, πως, γιατί έγιναν όλα αυτά; Απορώ αλήθεια γιατί επιτρέψαμε να γίνουμε έτσι; Γιατί δε μιλάμε; Γιατί δε σταματάμε να ντρεπόμαστε και να κάνουμε κάτι; Τι θα μου πεις. Σταμάτα να ανέχεσαι όλους αυτούς που σου καταστρέφουν τη ζωή, στήριξε το διπλανό σου, μη φοβάσαι, μη ντρέπεσαι. Κοινότυπες συμβουλές, γενικόλογες θα μου πεις. Ουσιαστικές και αναγκαίες θα σου αντιτείνω.
Δε μας έχει μείνει τίποτα άλλο.
Πηγη
το είδαμε εδώ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου