Μπύρα «Βεργίνα»: Ένα σημαντικό ελληνικό κεφάλαιο με έδρα την Κομοτηνή
«Δική μας περιοχή και συμφέροντα, φύγετε από εδώ»!, είπαν οι Τούρκοι. Δεν το κάναμε…».
Σημαντικό κεφάλαιο για τη Θράκη, η «Ζυθοποιία Μακεδονίας-Θράκης Α.Ε.» θεωρείται μία από τις πλέον ανερχόμενες και πολλά υποσχόμενες εταιρίες στην Ελλάδα. Δεν πέρασε πολύς καιρός από τότε που η προσφορά της ζυθοποιίας αναγνωρίστηκε και βραβεύτηκε και από τον Εμπορικό Σύλλογο Ξάνθης «στα πλαίσια μιας προσπάθειας στήριξης και προβολής των υγιών επιχειρηματιών που...
επένδυσαν και δραστηριοποιούνται στη Θράκη».
Σύγχρονες βιομηχανίες ζυθοποιίας υπάρχουν στη χώρα μας από τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν Βαυαροί εφάρμοσαν και τους αυστηρούς νόμους ποιότητας μπίρας (Reinheitsgebot). Η πρώτη ήταν η βιομηχανία Φιξ του Γερμανού Karl Fuchs, που σήμερα δεν υπάρχει πια ως βιομηχανία. Μετέπειτα ιδρύθηκαν η «Lwenbru Hellas» και «Henninger Ελλάς» με εγκαταστάσεις στην Αταλάντη, η «Αθηναϊκή Ζυθοποιία» με τις ολλανδικές μάρκες «Amstel» και «Heinekn», η μπύρα «Μύθος» που παράγεται από την «Μπουτάρης ΑΕ» και η μπίρα «Βεργίνα».
Η «Ζυθοποιία Μακεδονίας-Θράκης Α.Ε.» εδρεύει στη βιομηχανική περιοχή της Κομοτηνής, όπου παράγεται η μπύρα «Βεργίνα». «Η επιτυχημένη αναπτυξιακή δυναμική της εταιρίας οφείλεται στον συνδυασμό έμπειρου προσωπικού και συνεχούς ανανέωσης και αναβάθμισης του εξοπλισμού της» αναγράφεται στην ιστοσελίδα της εταιρίας (www.verginabeer.com). Από εκεί αντλούμε επίσης τα κάτωθι ενδιαφέροντα: «Το 1999, η εταιρία άρχισε επιτυχώς την εξαγωγή προϊόντων της στις Η.Π.Α. Σήμερα η Ζυθοποιία Μακεδονίας-Θράκης ΑΕ συνεχίζει να εξάγει επιτυχώς ζύθο στις ΗΠΑ καθώς και σε Αυστραλία, Κύπρο, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Πολωνία και Αλβανία. Η ''Βεργίνα'' είναι ένα αποκλειστικά ελληνικό προϊόν, παρασκευάζεται από άριστες πρώτες ύλες και ζυμώνεται με κλασσικό τρόπο επί 21 ημέρες. Επιβεβαιώνει επίσης ότι οι πρώτες ύλες που χρησιμοποιεί δεν προέρχονται από μεταλλαγμένο γενετικό υλικό. Παράγει δε τις premium, κόκκινη, weiss και edelsteiner».
«Δική μας περιοχή και συμφέροντα, φύγετε από εδώ»!
Εξόχως ενδιαφέροντα στοιχεία αναδεικνύονται από παλαιότερη συνομιλία μας με τον διευθυντή παραγωγής του εργοστασίου της «Βεργίνα» κ. Χρήστο Δημτσούδη, ο οποίος καταθέτοντας το… βιογραφικό σημείωμα της εταιρίας λέει: «Η ''Ζυθοποιία Μακεδονίας-Θράκης'' ιδρύθηκε το 1996 από τον Δημήτρη Πολιτόπουλο. Η ιδέα ίδρυσης ελληνικής ζυθοποιίας ήρθε λόγω μη ύπαρξης εθνικού σήματος μπύρας, αφού υπήρχαν μεν μπύρες που παράγονται εδώ, αλλά με ξένα σήματα. Το 1997 ξεκίνησε η κατασκευή του εργοστασίου στην Κομοτηνή (σσ. υπάρχουν υποκαταστήματα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη) και στις 13 Φεβρουαρίου του 1998 καταγράφονται οι πρώτες πωλήσεις μας».
Όπως προκύπτει από τα λεγόμενα του συνομιλητή μας, το περιβάλλον δεν ήταν και το καλύτερο: «Μπήκαμε όχι μόνο σε ανταγωνιστικό –συχνά και αθέμιτα- αλλά και σε αυστηρώς ελεγχόμενο περιβάλλον, με δύσκολες συνθήκες» λέει ο κ. Δημτσούδης, προσθέτοντας: «Η γνώμη των ξένων στην “πιάτσα” ήταν ότι σε πέντε χρόνια θα κλείσουμε! Το εγχείρημα φαινόταν καταδικασμένο, αλλά δεν πέτυχε γιατί συγκεντρωθήκαμε έντονα στο να έχουμε ποιοτική μπύρα και να μη λυγίσουμε στον ανταγωνισμό. Υπήρξαν πολλές προτάσεις εξαγοράς μας, με μία από τις σοβαρότερες αυτή της “Efes Pilsen” από τη γειτονική Τουρκία, μιας εταιρίας που είναι η δέκατη παγκόσμια! Μάλιστα, μας είπαν “δική μας η περιοχή και τα συμφέροντα, να φύγετε από εδώ”! Δεν το κάναμε…».
Κατόπιν αυτής της επιμονής και προσήλωσης στους στόχους, εύλογα έρχονται τα υπόλοιπα: «Καταγράφουμε ανοδική πορεία και φτάσαμε να έχουμε το 5% της ελληνικής αγοράς» λέει ο διευθυντής παραγωγής της «Βεργίνα»: «Σκοπός μας είναι να τονώσουμε το ενδιαφέρον των Ελλήνων για τη μπύρα, η οποία δεν είναι απλά ένα… καλοκαιρινό ποτό. Η κατά κεφαλή κατανάλωση μπύρας στη χώρα μας είναι σαράντα λίτρα ετησίως και είμαστε προτελευταίοι στην Ευρώπη, με τελευταία την Ιταλία. Την ίδια ώρα, σε Ισπανία και Πορτογαλία η κατανάλωση είναι περί τα εξήντα-εβδομήντα λίτρα. Παράλληλα, έχουμε ενθαρρύνει και μικρότερες ζυθοποιίες, ώστε να υπάρχει ενδιαφέρον αλλά και κουλτούρα γύρω από τη μπύρα, κάτι που θα είναι καλό για όλους μας και για την αγορά».
«Σταθερή τιμή σε μια πολύ καλή και προσιτή μπύρα»
Οι δραστηριότητες της εταιρίας επεκτείνονται και σε εκτός παραγωγής τομείς: «Πέρα από τις θέσεις εργασίας» υπογραμμίζει ο κ. Δημτσούδης, «στρεφόμαστε και προς κάποια κοινωνικά έργα, όπως η δωρεά ενός ιατρείου και ενός ασθενοφόρου στην Παναγία της Θάσου, το 1999. παράλληλα, έχουμε κάνει και μια σειρά εκτεταμένων δοκιμών για τη σπορά κριθαριού και στους τρεις νομούς της Θράκης. Βγάλαμε οχτακόσιους τόνους με καλά αποτελέσματα, δώσαμε υπεραξία σ’ ένα αγροτικό προϊόν και θέλουμε να ενισχύσουμε και τον αγροτικό τομέα».
Για τον διευθυντή παραγωγής της «Βεργίνα», τα σχέδια για το παρόν και το μέλλον της ζυθοποιίας δεν εξαντλούνται εδώ: «Φιλοδοξούμε να έχουμε καλύτερο μερίδιο στην “κρύα αγορά”, τη λεγόμενη HoReCa (σσ. από τα αρχικά των λέξεων Hotel – Restaurant – Catering) επειδή εκεί καταναλώνεται η μπύρα. Υπάρχουμε και στη “ζεστή αγορά” (super markets και περίπτερα) όπου είμαστε καλά τοποθετημένοι. Κρατάμε σταθερή την τιμή και το μήνυμά μας, ότι πρόκειται για μια πολύ καλή και προσιτή μπύρα. Και ο κόσμος το κατανοεί». Πώς να μην το κατανοήσει, προσθέτουμε εμείς, με τις παράλογα υψηλές τιμές που θα πρέπει να πιεστούν και να πέσουν. Κάτι που καλό θα ήταν να γίνει πριν πέσουν… με πάταγο τα πάντα στην αγορά…
Τέλος, αναφερόμενος στην παλαιότερη βράβευση της εταιρίας από τον Εμπορικό Σύλλογο Ξάνθης, ο κ. Δημτσούδης σημειώνει: «Ήταν κάτι που μας τιμά ιδιαίτερα, ιδίως το γεγονός ότι προέρχεται από τον Εμπορικό Σύλλογο της γειτονικής Ξάνθης, με τον οποίο θα αναπτύξουμε καλύτερες και ευρύτερες σχέσεις στο μέλλον».
Η παρούσα στην ιστορία και αγαπημένη του κόσμου μπύρα
Η παρασκευή μπύρας έχει ρίζες στους λαούς της εγγύς Ανατολής. Η πρώτη σαφής απόδειξη έρχεται από τους Σουμέριους, μέσα από ανάγλυφη αναπαράσταση που χρονολογείται περί το 3000-2800 π.Χ. Ωστόσο, υπάρχει και ποίημα των Σουμερίων με αναφορά στη μπύρα, γραμμένο πριν από τέσσερις χιλιετίες και θεωρούμενο ως η αρχαιότερη γραπτή συνταγή για την παρασκευή μπύρας. Αναφορά περιέχεται και στο έπος του Gilgamesh, ενώ οι Βαβυλώνιοι φαίνεται πως επίσης παρασκεύαζαν μπύρα από διάφορα δημητριακά. Στον κώδικα του Hammurabi ήταν κατοχυρωμένο το δικαίωμα στην πόση μπύρας, που ήταν ανάλογο της κοινωνικής θέσης. Στους Αιγύπτιους ήταν γνωστά περισσότερα από τέσσερα είδη της και πολλοί υποστηρίζουν πως ήταν το βασικό ποτό τους. Η μπύρα των ανατολικών λαών παρασκευαζόταν σχεδόν όμοια με τον σημερινό τρόπο, από κριθάρι και σπανιότερα από άλλα δημητριακά. Η προσθήκη λυκίσκου -σημαντική για τη βελτίωση γεύσης και συντήρησης- χρονολογείται περίπου από το 1000 π.Χ.
Οι αρχαίοι Έλληνες ήρθαν σε επαφή με τη μπύρα χάρη στους Αιγύπτιους και σύμφωνα με τον Πλίνιο χρησιμοποιούσαν λυκίσκο στην παρασκευή της. Θεωρούνταν ποτό κατώτερο από το κρασί, ενώ –αντίθετα- ήταν περισσότερο ευπρόσδεκτη βορειότερα, σε Θράκες, Σκύθες, Αρμένιους και Ίβηρες. Η πρώτη αναφορά στην καλλιέργεια λυκίσκου χρονολογείται το 768 μ.Χ στη μονή Freising της Βαυαρίας. Η στενή σχέση μοναστηριών-ζυθοποιίας, οφείλεται στο ότι η μπύρα βοηθούσε τους μοναχούς ν’ αντέξουν τις μακροχρόνιες νηστείες. Με την πάροδο των χρόνων έπαψε να παράγεται οικιακά και έγινε εμπορεύσιμο είδος, αποτελώντας σημαντική πηγή εσόδων για τους άρχοντες. Η αναγωγή αυτή είχε ως αποτέλεσμα την επιβολή περισσότερο αυστηρής νομοθεσίας, ώστε να κατοχυρώνεται η ποιότητα. Το 1516, ο βαυαρός δούκας Wilhelm IX εξέδωσε τον «Νόμο περί καθαρότητος» (Reinheitsgebot), ίσως τον αρχαιότερο διατροφικό κανονισμό που ισχύει και σήμερα. Σύμφωνα με αυτόν, στη γερμανική ζυθοποιία δεν επιτρέπεται χρήση άλλης πρώτης ύλης εκτός από κριθάρι, λυκίσκο και καθαρό νερό. Στον νόμο δεν αναφερόταν η μαγιά, καθώς δεν ήταν ακόμη γνωστή. Στο πέρασμα των χρόνων, η ζυθοποιία βελτιώθηκε σημαντικά με σημαντικό σταθμό την ανακάλυψη (μέσα του 19ου αιώνα) της τεχνητής ψύξης. Η τεχνική αυτή επέτρεψε την παραγωγή κάθε είδους μπύρας ανεξάρτητα από την εποχή. Η ζυθοποιία τελειοποιήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα, με τα πειράματα του E.C. Hansen στους ζυμομύκητες. Τότε ξεκίνησε και η εμπορία εμφιαλωμένης μπύρας.
Η λέξη «μπύρα» προέρχεται από τη λατινική «biber» (ποτό). Η ελληνική λέξη «ζύθος» απαντά σε αρχαίους γεωγράφους όπως ο Διόδωρος και ο Στράβων, δηλώνοντας το ποτό από κριθάρι, κυρίως των Αιγυπτίων. Η λέξη «ζύθος» σχετίζεται με το «ζέω» (βράζω).
Συντάκτης:Θοδωρής Μπακάλης
e-mail: paratiritis.mpakalis@gmail.com
paratiritis-news.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου