«Κρούουν τον κώδωνα» του κινδύνου οι βιομήχανοι για το θέμα των ρύπων
Παρά τις διαβεβαιώσεις που δόθηκαν πρόσφατα προς τους
εκπροσώπους της ελληνικής βιομηχανίας ότι θα υπάρξει –έστω και την
τελευταία στιγμή– κινητοποίηση της ελληνικής πολιτείας, ώστε να
αξιοποιηθούν οι ευρωπαϊκοί μηχανισμοί και
να μην πληγεί η ελληνική παραγωγή από την εφαρμογή του νέου συστήματος
εμπορίας ρύπων, το μέχρι στιγμής αποτέλεσμα είναι…
μηδέν.
μηδέν.
Για την ακρίβεια το αποτέλεσμα θα είναι μείον… 22 εκατομμύρια ευρώ,
όσο δηλαδή υπολογίζεται ότι θα είναι το επιπλέον κόστος που θα
μοιραστούν οι μεγάλες ενεργοβόρες βιομηχανίες (μεταλλουργία, αλουμίνιο,
χαλυβουργία, χαρτί, κλωστοϋφαντουργία κ.λ.π) καθώς ήδη η ΔΕΗ έχει
προειδοποιήσει με επιστολή της ότι θα μετακυλήσει στα τιμολόγιά της το
επιπλέον κόστος που προκύπτει από τους ρύπους για το 2013.
Το ενδιαφέρον στην όλη υπόθεση είναι ότι οι ελληνικές βιομηχανίες
καλούνται να πληρώσουν ένα καθοριστικό για τη βιωσιμότητά τους κόστος,
μόνο και μόνο γιατί η ελληνική πολιτεία δεν μπήκε στον κόπο να
αξιοποιήσει την οδηγία 29/2009 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σύμφωνα με την
οποία τα κράτη μέλη έχουν τη δυνατότητα να σχεδιάσουν ένα μηχανισμό
υποστήριξης – αντιστάθμισης της επιβάρυνσης από τους ρύπους.
Συγκεκριμένα η Οδηγία προβλέπει την επιδότηση των βιομηχανιών κατά ένα
ποσοστό περίπου 60% και ήδη έχει αξιοποιηθεί από χώρες όπως η Αγγλία και
η Γερμανία.
Προ ημερών λοιπόν η Ένωση Βιομηχανικών Καταναλωτών Ενέργειας που
εκπροσωπεί τις ενεργοβόρες βιομηχανίες που δεν είναι ηλεκτροπαραγωγοί
(Βιοχάλκο, ΑΓΕΤ, Χαλυβουργική, ΓΙΟΥΛΑ, Χαλυβουργία Ελλάδος, Energean
κλπ) έκρουσε για μια ακόμη φορά τον κώδωνα του κινδύνου για το θέμα των
ρύπων. Σημειώνεται ότι παρά τις διαβεβαιώσεις που δόθηκαν για το θέμα
στην τελευταία συνεδρίαση του Γενικού Συμβουλίου του ΣΕΒ, δεν υπήρξε
καμία εξέλιξη. Αντίθετα, ενώ το κόστος των ρύπων θα έπρεπε να μειωθεί
μέσω του μηχανισμού αντιστάθμισης, οι βιομηχανίες έλαβαν πρόσφατα
επιστολή της ΔΕΗ στην οποία οι ρύποι χρησιμοποιούνται ως
διαπραγματευτικό χαρτί από τη ΔΕΚΟ (η πρόταση της ΔΕΗ προς τις
βιομηχανίες είναι να μην επιβαρυνθούν για ένα χρόνο με το κόστος των
ρύπων και να δεχθούν τα κοστολόγια της ΔΕΗ υπογράφοντας σύμβαση με
αυξήσεις της τάξης του 6 έως 12%).
Η ειδοποίηση της ΔΕΗ για την εφαρμογή χρέωσης CO2 στους πελάτες ΥΤ
και ΜΤ, χαρακτηρίζεται ωστόσο από την ΕΒΙΚΕΝ ως «μονομερής, επιθετική
κίνηση που όχι μόνο παρακάμπτει το αρμόδιο Υπουργείο και την αρμόδια
Ρυθμιστική Αρχή αλλά απειλεί τους θιγόμενους με μία νέα εξοντωτική
χρέωση».
Στην ίδια επιστολή η ΕΒΙΚΕΝ ζητεί από τις αρμόδιες αρχές (ΥΠΕΚΑ,
ΡΑΕ, ΔΕΗ) να εξετάσουν τις προτάσεις της βιομηχανίας για τη θέσπιση έστω
και την τελευταία στιγμή ενός μηχανισμού αντιστάθμισης κατά τα
προβλεπόμενα στη σχετική οδηγία. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά «το
κόστος ηλεκτρικής ενέργειας, έχει αγγίξει για πολλούς εξαγωγικούς
βιομηχανικούς κλάδους εντάσεως ενέργειας το σημείο θραύσης». Επίσης οι
βιομηχανίες ζητούν από τη ΡΑΕ μέχρι να τεθεί σε εφαρμογή ο μηχανισμός
αντιστάθμισης να μην επιτραπεί η επιβολή οποιασδήποτε επιπλέον χρέωσης.
«Η παροχή στοιχειώδους στήριξης στον παραγωγικό ιστό της χώρας,
έστω και την ύστατη αυτή στιγμή, είναι το ελάχιστο που οφείλει μια
Πολιτεία που επιθυμεί να επιβραδύνει την αλματώδη αύξηση της ανεργίας,
να βγάλει τη Χώρα από την ύφεση και αναστρέψει το αρνητικό επενδυτικό
κλίμα. Χώρες όπως η Γερμανία και η Αγγλία αναγνωρίζουν τον υπαρκτό και
άμεσο κίνδυνο αποβιομηχάνισης και σπεύδουν να απλώσουν δίχτυ προστασίας
για τη διατήρηση της εγχώριας βιομηχανίας τους και των θέσεων εργασίας.
Επομένως, είναι αυταπάτη να θεωρεί κανείς πως οι ελληνικές επιχειρήσεις
μπορούν να αντιμετωπίσουν αυτή την απειλή απομονωμένες, με την Πολιτεία
από αδιάφορη έως εχθρική» καταλήγει η επιστολή της ΕΒΙΚΕΝ.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου