Κυριακή 14 Οκτωβρίου 2012

Σαράντα χρόνια από το Θαύμα των Άνδεων: Επιβίωσαν τρώγοντας φίλους τους

Σαράντα χρόνια συμπληρώνονται από ένα αεροπορικό δυστύχημα που συνέβη στις Άνδεις. H ιστορία των επιζησάντων πήρε την ονομασία «Το Θαύμα των Άνδεων» και μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη. Από την πτώση επέζησαν 29, τελικά όμως μετά από 72 μέρες κατάφεραν να επιβιώσουν και να διασωθούν μόλις 16 επιβάτες. Όπως έγινε εκ των υστέρων γνωστό, κατάφεραν να παραμείνουν ζωντανοί σε συνθήκες πολικού ψύχους, καταφεύγοντας στην ανθρωποφαγία. Ο Δρ Roberto Canessa ήταν ανάμεσα στους 16 επιζώντες και θυμάται έντονα όλα όσα συνέβησαν...
τις 72 ημέρες που έμειναν καθηλωμένοι στις Άνδεις.

Σήμερα, ο ίδιος αφιερώνει τη ζωή του στους άλλους, αλλά δεν έχει ξεχάσει ποτέ τη στιγμή που το αίσθημα της επιβίωσης τον μετέτρεψε σε κανίβαλο, καθώς για να κρατηθεί στη ζωή έφαγε τη σάρκα των νεκρών συνεπιβατών του.


''Ήταν απεχθές. Μέσα από τα μάτια της πολιτισμένης κοινωνίας μας, ήταν μια αηδιαστική απόφαση. Με αξιοπρέπεια μηδέν, αναγκαστήκαμε να φάμε τους φίλους μας για να επιβιώσουμε'' δηλώνει ο Canessa στη Sun.


Οι συνθήκες ήταν αντίξοες, το κρύο τσουχτερό, το φαγητό λιγοστό και η μοναδική σύνδεσή τους με τον κόσμο, ένα ραδιόφωνο, τους απογοήτευε συνεχώς, καθώς από τα δελτία ειδήσεων μάθαιναν πως η αναζήτησή τους έχει σταματήσει.


«Το Θαύμα των Άνδεων»


Η πτήση 571 της Uruguayan Air Force ξεκίνησε την πτήση της από το Μοντεβιδέο στις 12 Οκτωβρίου του 1972 με προορισμό το Σαντιάγο. Η ομάδα ράγκμπι της Ουρουγουάης, η Old Christians Club, θα έπαιζε σε φιλικό αγώνα στην πρωτεύουσα της Χιλής και συνοδευόταν από φίλους και γνωστούς.


Ο καιρός επιδεινώθηκε και έτσι ο κυβερνήτης του αεροπλάνου επέλεξε να προσγειωθεί στην πόλη της Αργεντινής, Μεντόζα, στους πρόποδες των Άνδεων, όπου οι επιβάτες και το πλήρωμα διανυκτέρευσαν.


Στις 13 Οκτωβρίου, οι καιρικές συνθήκες δεν είχαν καθόλου βελτιωθεί, αλλά το πενταμελές πλήρωμα ενδίδοντας στις πιέσεις των επιβατών, αποφάσισε να απογειωθεί για το Σαντιάγο.


Πάνω από τη Χιλή το αεροπλάνο αντιμετώπισε πρόβλημα, έχασε ύψος 200 μέτρα, προσέκρουσε σε βουνό, έχασε τμήμα της ουράς του και συνετρίβη στο χιόνι.


Δώδεκα από τους επιβαίνοντες σκοτώθηκαν ακαριαία, ενώ τρεις ακόμα υπέκυψαν στα τραύματά τους την πρώτη νύχτα.


Στο έδαφος, οι επιζήσαντες άρχισαν σιγά-σιγά να αποδέχονται τη μοίρα τους: βρίσκονταν σε υψόμετρο 4.000 μέτρων, σε θερμοκρασίες που έφθαναν τους μείον 30 βαθμούς Κελσίου με ελάχιστα τρόφιμα και μοναδικό καταφύγιό για να προστατεύονται από το χιόνι και τους ισχυρούς ανέμους, την κατεστραμμένη άτρακτο του αεροπλάνου. Ο χρόνος μετρούσε αντίστροφα.


Ύστερα από δέκα μέρες άκουσαν σε ένα ραδιοφωνάκι ότι η επιχείρηση αναζήτησης τυχόν επιζώντων σταμάτησε. Τότε ήταν που πήραν τη σκληρή απόφαση, η οποία έμελλε να γίνει πρωτοσέλιδο και να συγκλονίσει τη διεθνή κοινότητα: ξεκίνησαν να τρέφονται με τη σάρκα των νεκρών επιβατών και φίλων τους. Ήταν κάτι φρικτό, αλλά η ίδια τους η ζωή βρισκόταν σε κίνδυνο.


«Όταν μάθαμε ότι οι έρευνες σταμάτησαν, ότι δεν υπήρχαμε πλέον για τον κόσμο, έπρεπε να πάρουμε μια απόφαση, και δεν μας είχε απομείνει τίποτα άλλο από τρόφιμα. Έτσι έγινε», θυμάται ένας από τους επιζώντες, ο Κάρλος Παέζ, σε συνέντευξή του πριν από δέκα χρόνια με αφορμή την 30ή επέτειο από το δυστύχημα.


Οι επιζήσαντες υπέμειναν πολλές εβδομάδες με σφοδρές καταιγίδες και πολικό ψύχος. Πολλοί από αυτούς δεν άντεξαν και πέθαναν. Οι πιο δυνατοί απομακρύνονταν κάθε τόσο προσπαθώντας, μάταια, να καταλάβουν που βρίσκονται. Ήταν καθηλωμένοι σε ένα απομονωμένο σημείο, καλυμμένο με χιόνι, στη μακρύτερη οροσειρά της Γης.


Αργά το μεσημέρι της 29ης Οκτωβρίου, καθώς η ομάδα των επιζησάντων ετοιμαζόταν για μια ακόμη πολική νύχτα, μια χιονοστιβάδα καταπλάκωσε ό,τι είχε απομείνει από το αεροπλάνο και στοίχισε τη ζωή σε επτά άνδρες και μια γυναίκα. Ο αριθμός των επιζώντων μειώθηκε στους 19 και το αντικείμενο των συζητήσεών τους ήταν πλέον συχνά η τροφή τους.


«Πεινούσαμε τόσο πολύ», θυμάται ο Παέζ, ο οποίος τότε ήταν 18 ετών. «Καταρτίσαμε μια λίστα με 130 εστιατόρια στο Μοντεβιδέο. Κανονικός μαζοχισμός». Οι επιζήσαντες χάραξαν ένα σταυρό στο χιόνι με τα απομεινάρια των αποσκευών της ελπίζοντας ότι θα είναι ορατός από ψηλά. «Αυτό που μας κρατούσε δυνατούς ήταν η σκέψη της επόμενης μέρας. "Ίσως αύριο" αυτό ήταν που μας κράτησε ζωντανούς για 72 μέρες. "Ίσως αύριο!" αυτό ήταν το σύνθημά μας», θυμόταν ο Ρομπέρτο Κανέσα.


Ήταν εκείνος, μαζί με το Nando Parrado, που κατάφεραν να ανέβουν σε ένα βουνό και να ζητήσουν βοήθεια. Μέσα σε δέκα μέρες περπάτησαν 70 χιλιόμετρα στις Άνδεις μέχρι που βρήκαν έναν χιλιανό αγρότη, ο οποίος κάλεσε τα σωστικά συνεργεία που τελικά περισυνέλεξαν τους επιζώντες με ελικόπτερο στις 22 Δεκεμβρίου.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΥΚΟΥΤΡΗΣ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΥΚΟΥΤΡΗΣ
"Ο ηρωικός άνθρωπος αισθάνεται πως είναι διαλεγμένος από την Μοίραν ως αγωνιστής και ως μάρτυς - περισσότερον ως μάρτυς, αφού την επιτυχίαν δεν την μετρεί με αποτελέσματα άμεσα, με αριθμούς και μεγέθη, δεν την μετρεί καν διόλου. Είναι το αλεξικέραυνον, που θα συγκεντρώση επάνω του (θα προσελκύση μάλλον εθελουσίως) όλας τας καταιγίδας και όλα τ' αστροπελέκια, διά να προστατευθούν τα κατοικητήρια των ειρηνικών ανθρώπων. Εις την ετοιμότητα του κινδύνου, τον σύρει με ακαταμάχητον έλξιν η αισθητική, θα έλεγα, γοητεία του κινδύνου, η συναίσθησις ότι είναι προνόμιον των ολίγων να συντρίβωνται υπέρ των άλλων υπό των άλλων - το πολυτιμότερον προνόμιον! Ο ηρωικός άνθρωπος δεν είναι το άνθος, δεν είν' ο καρπός - αυτά αντιπροσωπεύουν το παρόν και του παρόντος την ανεπιφύλακτον χαράν. Είναι ο σπόρος που θα ταφή και θα σαπίση δια ν' αναφανή το άνθισμα και το κάρπισμα. Είν' εκείνος που θάπτεται δια να εορτασθή η ανάστασις, και ανάστασις χωρίς ταφήν δεν υπάρχει."

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ
Απάντηση στο Ρουσίτ Πασά στα 1822

''Πασά μου, μου στέλνεις ένα μπουγιουρντί, μου λες να προσκυνήσω, και εγώ πασά μου ερώτησα τον πούτσο μου τον ίδιο, και αυτός μου αποκρίθηκε να μη σε προσκυνήσω κι αν ερθείς επάνω μου ευθύς να πολεμίσω''

Και απάντηση στον Σιλιχτάρ Μπόδα στα 1823

''Γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας. Δεν εντρέπεσθε να ζητείτε «από ημάς» συνθήκην με «έναν» κοντζιά σκατο-Σουλτάν Μαχμούτην -να τον χέσω και αυτόν και τον Βεζίρην σας και τον Εβραίον Σιλιχτάρ Μπόδα την πουτάνα! - Άμα ζήσω, θα τους γαμήσω. Άμα πεθάνω, θα μου κλάσουν τον πούτσο''

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
"Φυλάτε τη Γη σας και την Τιμή της μόνο με Σπαθί. Πάψετε σαπιοδάσκαλοι και σαπιορήτορες- ΑΝΑΦΟΡΑΤΖΗΔΕΣ- να εξευτελίζετε τη Φυλή. Πάψετε παλιόγρηες τις κλάψες, τα σάλια, τα μελάνια και πιάστε το Σπαθί. Τα πάντα στη Ζωή -Η ΦΥΣΙΣ ΤΟ ΛΕΕΙ- κατακτώνται με το Σπαθί."

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
















Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση. Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν άρμάδα...

(Μέρος του λόγου που εκφώνησε ο Κολοκοτρώνης στην Πνύκα).

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Δεν με μέλει αν βάλω σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση, μια κυβέρνηση που δεν την σέβομαι, δεν είμαι καμωμένος για την κυβέρνηση ή για το κράτος, έγινα για το έθνος, και το ξέρω επειδή γι’ αυτό ίσα-ίσα πονώ. Για την κυβέρνηση μου έρχεται σιχαμός και καταφρόνια, άμα συλλογίζομαι την κυβέρνηση ξεπέφτω, μαργώνω και μαραίνομαι. Σηκώνομαι, ξανοίγω και ανθοβολώ άμα νοιώθω τον Ελληνισμό. Σε όποια γωνιά του Ελληνισμού και αν βρεθώ, θα πασχίζω πάντα να δυναμώνω, να ξυπνώ, να ζωντανεύω την ψυχή του, και ας γίνει οτι γίνει. Ξυπνώ καθε ύπνο, κεντρίζω καθε βαρεμό, συνδαυλίζω κάθε στάχτη, ξεσκεπάζω καθε σπίθα κρυμμένη και ανάβω κάθε φωτιά σβησμένη, βγάζω κάθε πνοή κουρασμένη και παίζω κάθε χορδή σιωπηλή. Ξυπνώ, ξυπνώ, ξυπνώ και γι αυτό με λεν και ξυπνητήρι…

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ
Είδα στον ύπνο μου τον Παύλο τον Μελά, να παίρνει σάρκα για να πει μια ιστορία για κάποια αγέρωχα κι αδούλωτα μυαλά, που προδιαγράφουν της Πατρίδας την πορεία. .
..

Είχ’ η μορφή του θλίψη, πόνο και οργή, για αυτούς που σήμερα τις τύχες μας ορίζουν, που ασελγούν πάνω σ΄ανθρώπους και σε γη και καθετί Ελληνικό το αφορίζουν.
...
Μέσα στην μπλε του την αντάρτικη στολή και με το χέρι του στη μαύρη τη πιστόλα, δίνει στους άντρες του ξανά την εντολή Ελευθερία και Πατρίδα πάνω από όλα!
...
Αν θες στον ύπνο σου να έρθει ο Μέλας μαζί μ’ αγγέλους, σκοτωμένα παλικάρια, να σε τραβήξουν απ ’τον δρόμο που τραβάς, για να βαδίσεις τα δικά τους τα αχνάρια... ..
.
φέρε στα μάτια σου του Παύλου τη στολή, ορκίσου πάνω της, πως δεν θα τον προδώσεις και συρε να βρεις την δική σου εντολή αφού τον ύπνο του εχθρού μας θα στοιχειώσεις.

  © Free Blogger Templates 'Greenery' by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP