Τα λύματα «πνίγουν» τον Αλιάκμονα
Σε υδάτινη χωματερή έχει μετατραπεί τα τελευταία χρόνια η τάφρος 66, που διαρρέει τους νομούς Ημαθίας και Πέλλας και λειτουργεί ως αποστραγγιστικό κανάλι. Τα γεωργικά και βιομηχανικά λύματα, που καταλήγουν ανεπεξέργαστα στα νερά της...
τάφρου, φτάνουν μέσω του ποταμού Αλιάκμονα στον Θερμαϊκό κόλπο. Εδώ και δεκαετίες, η τάφρος είναι μια ανοικτή πληγή που ταλαιπωρεί τους κατοίκους της περιοχής, αλλά και μία από τις βασικότερες πηγές μόλυνσης του Θερμαϊκού.
Η τάφρος κατασκευάσθηκε το 1935, όταν αποξηράνθηκε η...
λίμνη των Γιαννιτσών, στο πλαίσιο των έργων αντιπλημμυρικής προστασίας του κάμπου της Βέροιας αλλά και της ευρύτερης περιοχής της Πέλλας και της Ημαθίας. Είναι ένα αποστραγγιστικό κανάλι μήκους 39 χλμ., το οποίο συγκεντρώνει τα πλεονάζοντα επιφανειακά νερά της λεκάνης από την Πέλλα και την Ημαθία και αρδεύει τις παρακείμενες γεωργικές εκτάσεις.
Τα νερά της τάφρου 66 χύνονται στον ποταμό Αλιάκμονα (κοντά στο χωριό Κουλούρα), τα νερά του οποίου με τη σειρά τους καταλήγουν στον Θερμαϊκό. Το δέλτα του Αλιάκμονα σχηματίζει μαζί με τα δέλτα των ποταμών Αξιού και Λουδία έναν υγροβιότοπο προστατευόμενο θεωρητικά από τη σύμβαση Ramsar.
Ωστόσο, η τάφρος 66 είναι η πιο υποβαθμισμένη λεκάνη απορροής στη Βόρεια Ελλάδα μετά τη λίμνη Κορώνεια. Για περισσότερα από 20 χρόνια είναι αποδέκτης ανεπεξέργαστων αστικών, αγροτικών και βιομηχανικών λυμάτων. Ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, οπότε και η δραστηριότητα των βιομηχανιών της περιοχής κορυφώνεται, το ρυπαντικό φορτίο από τα απόβλητα είναι εξαιρετικά υψηλό. Επιπλέον, στην τάφρο καταλήγουν λύματα από τις γεωργικές δραστηριότητες των κατοίκων της περιοχής, στα οποία περιέχονται φυτοφάρμακα και εντομοκτόνα, ενώ δέχεται και τα ακατέργαστα λύματα από τους γύρω οικισμούς που δεν συνδέονται με κεντρικά αποχετευτικά δίκτυα και με βιολογικούς καθαρισμούς. Σημαντικό ρυπαντικό φορτίο προέρχεται και από τις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, αλλά και τους ποταμούς Τριπόταμο και Αραπίτσα, οι οποίοι διασχίζουν τη Βέροια και τη Νάουσα αντίστοιχα.
Δυσοσμία
«Εχει υπολογιστεί σε παλιότερες μελέτες ότι το ρυπαντικό φορτίο που δέχεται το κανάλι αντιστοιχεί σε μια πόλη 600.000 κατοίκων. Επιπλέον, τα νερά της τάφρου χρησιμοποιούνται για την άρδευση των παρόχθιων γεωργικών περιοχών, με αποτέλεσμα -σε συνδυασμό και με περιόδους λειψυδρίας- να μην υπάρχει ουσιαστικά ροή των νερών κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Αυτό έχει με τη σειρά του ως αποτέλεσμα τον ευτροφισμό, την ελάττωση του διαλυμένου οξυγόνου, τον θάνατο ψαριών και την έντονη δυσοσμία στις παρακείμενες περιοχές.
Τα φαινόμενα αυτά προοδευτικά φαίνεται ότι επιτείνονται τα τελευταία είκοσι χρόνια», τονίζει ο Αναστάσιος Ζουμπούλης, καθηγητής Χημικής και Περιβαλλοντικής Τεχνολογίας του τμήματος Χημείας στο ΑΠΘ.
Η κατάσταση αυτή έχει πυροδοτήσει έντονες αντιδράσεις από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, τους κατοίκους και την τοπική αυτοδιοίκηση. Η δυσοσμία που εκλύεται από τα ρυπασμένα νερά της τάφρου είναι ανυπόφορη, ιδιαίτερα το καλοκαίρι. «Πρόκειται για μια επίθεση στην υγεία τους, αφού το κανάλι χρησιμοποιείται για την άρδευση γεωργικών καλλιεργειών. Την ίδια στιγμή είναι απειλή και για την υγεία των ζώων, που πίνουν νερό από την τάφρο. Ο θάνατος των ψαριών που επιπλέουν στα νερά είναι πλέον συχνό φαινόμενο», περιγράφει ο Νίκος Ασλάνογλου, επικεφαλής της Οικολογικής Ομάδας της Βέροιας, η οποία προσπαθεί εδώ και χρόνια να ευαισθητοποιήσει τις Αρχές με συνεχή υπομνήματα για τον καθαρισμό της τάφρου και για αυστηρούς ελέγχους στους βιολογικούς καθαρισμούς των βιομηχανιών.
Στην Ημαθία και την Πέλλα λειτουργούν διάφορες βιομηχανίες επεξεργασίας λαχανικών και φρούτων και κατεργασίας μαρμάρου, οι οποίες, στην πλειονότητά τους, δεν τηρούν τους περιβαλλοντικούς κανόνες παραγωγής. Μάλιστα, κατά τους καλοκαιρινούς μήνες λειτουργούν στο μέγιστο της δυναμικότητάς τους.
«Μόνο μία βιομηχανία λειτουργεί σωστά και πλήρως τον βιολογικό καθαρισμό της, ενώ άλλη μία βρίσκεται στον σωστό δρόμο και θα λειτουργεί σύντομα και αυτή το σύστημα επεξεργασίας των λυμάτων. Οι υπόλοιπες τέσσερις ή πέντε που θα λειτουργήσουν φέτος, αν και έχουν υποστεί ελέγχους και πρόστιμα, δεν λειτουργούν τον βιολογικό καθαρισμό γιατί το κόστος λειτουργίας του είναι υψηλό», εξηγεί ο κ. Ασλάνογλου.
τάφρου, φτάνουν μέσω του ποταμού Αλιάκμονα στον Θερμαϊκό κόλπο. Εδώ και δεκαετίες, η τάφρος είναι μια ανοικτή πληγή που ταλαιπωρεί τους κατοίκους της περιοχής, αλλά και μία από τις βασικότερες πηγές μόλυνσης του Θερμαϊκού.
Η τάφρος κατασκευάσθηκε το 1935, όταν αποξηράνθηκε η...
λίμνη των Γιαννιτσών, στο πλαίσιο των έργων αντιπλημμυρικής προστασίας του κάμπου της Βέροιας αλλά και της ευρύτερης περιοχής της Πέλλας και της Ημαθίας. Είναι ένα αποστραγγιστικό κανάλι μήκους 39 χλμ., το οποίο συγκεντρώνει τα πλεονάζοντα επιφανειακά νερά της λεκάνης από την Πέλλα και την Ημαθία και αρδεύει τις παρακείμενες γεωργικές εκτάσεις.
Τα νερά της τάφρου 66 χύνονται στον ποταμό Αλιάκμονα (κοντά στο χωριό Κουλούρα), τα νερά του οποίου με τη σειρά τους καταλήγουν στον Θερμαϊκό. Το δέλτα του Αλιάκμονα σχηματίζει μαζί με τα δέλτα των ποταμών Αξιού και Λουδία έναν υγροβιότοπο προστατευόμενο θεωρητικά από τη σύμβαση Ramsar.
Ωστόσο, η τάφρος 66 είναι η πιο υποβαθμισμένη λεκάνη απορροής στη Βόρεια Ελλάδα μετά τη λίμνη Κορώνεια. Για περισσότερα από 20 χρόνια είναι αποδέκτης ανεπεξέργαστων αστικών, αγροτικών και βιομηχανικών λυμάτων. Ιδιαίτερα τους καλοκαιρινούς μήνες, οπότε και η δραστηριότητα των βιομηχανιών της περιοχής κορυφώνεται, το ρυπαντικό φορτίο από τα απόβλητα είναι εξαιρετικά υψηλό. Επιπλέον, στην τάφρο καταλήγουν λύματα από τις γεωργικές δραστηριότητες των κατοίκων της περιοχής, στα οποία περιέχονται φυτοφάρμακα και εντομοκτόνα, ενώ δέχεται και τα ακατέργαστα λύματα από τους γύρω οικισμούς που δεν συνδέονται με κεντρικά αποχετευτικά δίκτυα και με βιολογικούς καθαρισμούς. Σημαντικό ρυπαντικό φορτίο προέρχεται και από τις κτηνοτροφικές εκμεταλλεύσεις, αλλά και τους ποταμούς Τριπόταμο και Αραπίτσα, οι οποίοι διασχίζουν τη Βέροια και τη Νάουσα αντίστοιχα.
Δυσοσμία
«Εχει υπολογιστεί σε παλιότερες μελέτες ότι το ρυπαντικό φορτίο που δέχεται το κανάλι αντιστοιχεί σε μια πόλη 600.000 κατοίκων. Επιπλέον, τα νερά της τάφρου χρησιμοποιούνται για την άρδευση των παρόχθιων γεωργικών περιοχών, με αποτέλεσμα -σε συνδυασμό και με περιόδους λειψυδρίας- να μην υπάρχει ουσιαστικά ροή των νερών κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Αυτό έχει με τη σειρά του ως αποτέλεσμα τον ευτροφισμό, την ελάττωση του διαλυμένου οξυγόνου, τον θάνατο ψαριών και την έντονη δυσοσμία στις παρακείμενες περιοχές.
Τα φαινόμενα αυτά προοδευτικά φαίνεται ότι επιτείνονται τα τελευταία είκοσι χρόνια», τονίζει ο Αναστάσιος Ζουμπούλης, καθηγητής Χημικής και Περιβαλλοντικής Τεχνολογίας του τμήματος Χημείας στο ΑΠΘ.
Η κατάσταση αυτή έχει πυροδοτήσει έντονες αντιδράσεις από τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, τους κατοίκους και την τοπική αυτοδιοίκηση. Η δυσοσμία που εκλύεται από τα ρυπασμένα νερά της τάφρου είναι ανυπόφορη, ιδιαίτερα το καλοκαίρι. «Πρόκειται για μια επίθεση στην υγεία τους, αφού το κανάλι χρησιμοποιείται για την άρδευση γεωργικών καλλιεργειών. Την ίδια στιγμή είναι απειλή και για την υγεία των ζώων, που πίνουν νερό από την τάφρο. Ο θάνατος των ψαριών που επιπλέουν στα νερά είναι πλέον συχνό φαινόμενο», περιγράφει ο Νίκος Ασλάνογλου, επικεφαλής της Οικολογικής Ομάδας της Βέροιας, η οποία προσπαθεί εδώ και χρόνια να ευαισθητοποιήσει τις Αρχές με συνεχή υπομνήματα για τον καθαρισμό της τάφρου και για αυστηρούς ελέγχους στους βιολογικούς καθαρισμούς των βιομηχανιών.
Στην Ημαθία και την Πέλλα λειτουργούν διάφορες βιομηχανίες επεξεργασίας λαχανικών και φρούτων και κατεργασίας μαρμάρου, οι οποίες, στην πλειονότητά τους, δεν τηρούν τους περιβαλλοντικούς κανόνες παραγωγής. Μάλιστα, κατά τους καλοκαιρινούς μήνες λειτουργούν στο μέγιστο της δυναμικότητάς τους.
«Μόνο μία βιομηχανία λειτουργεί σωστά και πλήρως τον βιολογικό καθαρισμό της, ενώ άλλη μία βρίσκεται στον σωστό δρόμο και θα λειτουργεί σύντομα και αυτή το σύστημα επεξεργασίας των λυμάτων. Οι υπόλοιπες τέσσερις ή πέντε που θα λειτουργήσουν φέτος, αν και έχουν υποστεί ελέγχους και πρόστιμα, δεν λειτουργούν τον βιολογικό καθαρισμό γιατί το κόστος λειτουργίας του είναι υψηλό», εξηγεί ο κ. Ασλάνογλου.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου