Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011

Πέντε μάγκες στον Περαία

Από τα πλέον γνωστά ρεμπέτικα τραγουδια. Ελάχιστοι βέβαια γνωρίζουν τον Ιωάννη Εϊτζηρίδη ή Γιοβάν Τσαούς που ήταν ο δημιουργός του. Τους στίχους τους έχει γράψει η γυναίκα του Αικατερίνη Χαρμουτζή.

Ακούστε το και διαβάστε παρακάτω ποιος ήταν ο Γιάννης Εϊτζηρίδης...


Μια ακόμα ξεχωριστή μορφή του ρεμπέτικου, υπήρξε και ο ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΙΝΤΖΙΡΙΔΗΣ, η ΙΝΤΖΙΡΙΔΗΣ,η ΕΤΣΕΙΡΙΔΗΣ γνωστότερος σαν «Γιοβάν Τσαούς» (ψευδώνυμο προερχόμενο από το βαθμό του λοχία που είχε υπηρετώντας στον Τούρκικο στρατό), ο οποίος άφησε τη δική του «σφραγίδα» στο ρεμπέτικο.

Ο Γιοβάν Τσαούς γεννήθηκε από Έλληνες γονείς το 1893 στην Κασταμονή, της ευρύτερης περιφέρειας Κασταμονής (αρχαία Παφλαγονία), της περιοχής του Πόντου. Με την μουσική ασχολήθηκε από πολύ μικρός, παίζοντας τα έγχορδα της οικογένειας (ταμπουρά, κλπ). Ο Γιοβάν Τσαούς, ηταν ένας από τους πιο γνωστούς μουσικούς της Μικράς Ασίας. Έπαιξε με διάσημους Τούρκους μουσικούς, και τραγουδιστές, και ηταν τέτοια η δεξιοτεχνία του σαν μουσικού, που τον βρίσκουμε σαν μουσικό στην αυλή του Σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ. Όμως με τα γεγονότα του 1922, μαζί με χιλιάδες Έλληνες, παίρνει και αυτός το δρόμο της προσφυγιάς, και το 1923 τον βρίσκουμε στον Πειραιά.

Μετά από τις ταλαιπωρίες του πρώτου χρόνου στα αντίσκηνα, η οικογένεια του κατόρθωσε να κτίσει ένα όμορφο διώροφο σπίτι κοντά στις εγκαταστάσεις του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς, στην επέκταση των γραμμών του σταθμού των ΣΕΚ του Πειραιά. Εκεί, το 1927 παντρεύεται την γυναίκα του Αικατερίνη. Στο ισόγειο του σπιτιού, εγκαθιστά το ραφείο του, ασκώντας το επάγγελμα αυτό μέχρι το 1930, οπότε και μετέτρεψε το ραφείο σε ουζερί. Έτσι, ζώντας στην περιοχή εκείνη η οποία αποτελούσε και καταφύγιο για τους ναρκομανείς της εποχής, ο Γιοβάν Τσαούς θα γράψει μερικά από τα ωραιότερα ρεμπέτικα με θεματολογία γύρω από τα ναρκωτικά. Ένα από αυτά είναι και ο πρεζάκιας σε στίχους της γυναίκας του..

Το 1931,νοικιασαν και λειτούργησαν ένα μαγειριό – ουζερί κοντά στο πέραμα, εκεί όπου στα κατοπινά χρόνια έγιναν οι δεξαμενές πετρελαίου. Το 1937 μετακόμισαν οριστικά από τον Πειραιά στο σπίτι τους στην Κοκκινιά, όπου και έμειναν μέχρι το τέλος τους το 1942. Ο Γιοβάν Τσαούς ηταν σεβαστός από όλους τους ρεμπέτες. Αν και στην Τουρκία εργαζόταν σαν μουσικός, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι στην Ελλάδα ΔΕΝ ανέβηκε σε πάλκο, και αυτό γιατί διαφωνούσε με τον τρόπο λειτουργίας των άλλων μουσικών, και τον τρόπο «διασκέδασης» ορισμένων θαμώνων.

Ο Γιοβάν Τσαούς, κατά ανεξήγητο τρόπο θα λέγαμε, βρέθηκε να γνωρίζεται με τον μεγάλο Παναγιώτη Τούντα, και να είναι μάλιστα και σολίστας σε μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια του Τούντα, ο οποίος σημειωτέον ηταν τότε καλλιτεχνικός διευθυντής εταιριών δίσκων. Τα τραγούδια του Τούντα στα οποία έπαιξε μπουζούκι ο Γιοβάν Τσαούς , ηταν ΕΓΩ ΘΕΛΩ ΠΡΙΓΚΙΠΕΣΣΑ, ΒΑΡΒΑΡΑ, ΜΑΡΙΚΑ Η ΔΑΣΚΑΛΑ, και άλλα.

Ο Γιοβάν Τσαούς στις ηχογραφήσεις των τραγουδιών του χρησιμοποιούσε έναν ερασιτέχνη τραγουδιστή, έναν μηχανουργό, τον Αντώνη Καλυβόπουλο, αλλά και έναν επαγγελματία, τον καλύτερο της εποχής, τον Στελλάκη Περπινιάδη. Η δισκογραφία του αριθμεί όλα και όλα δώδεκα τραγούδια. Εκτός αυτών, συμμετείχε και σε καμιά δεκαριά τραγούδια άλλων συνθετών..
Οι ηχογραφήσεις έγιναν μεταξύ 1935 και 1937, και κατόπιν ο Γιοβάν Τσαούς εγκατέλειψε κάθε σχέδιο για να συνεχίσει γιατί στο μεταξύ είχε επιβληθεί και η λογοκρισία του Μεταξά.

Ο Γιοβάν Τσαούς δυστυχώς άφησε λίγα τραγούδια για να τον θυμόμαστε.
Πολλοί είναι εκείνοι που μίλησαν για τον μουσικό Γιοβάν Τσαούς με τα καλύτερα λόγια.
Σαν μουσικός (σύμφωνα με διηγήσεις παλιών) ηταν άφτιαστος, ενώ οι γνώσεις του επάνω στους «δρόμους» της ανατολίτικης μουσικής, τα μακάμ, ηταν μοναδικές. Από αυτόν πήραν γνώσεις οι Μάρκος, Μπάτης , Δελιάς, Παγιουμτζής, Κερομύτης, και άλλοι ρεμπέτες, με τους οποίους βρισκόταν συχνά και έπαιζαν στις διάφορες παρέες. Ο Γιοβάν Τσαούς δημιούργησε έναν μύθο γύρω από το όνομα του τόσο με το ιδιαίτερο ύφος του, τη μοναχική συμπεριφορά του, και πάνω απ’ όλα, με τα «δύστροπα» (κατά τον Βαμβακάρη) όργανα του, τα οποία ΜΟΝΟ εκείνος μπορούσε να παίξει.
Είναι χαρακτηριστικό ένα περιστατικό με τον Μάρκο, ο οποίος άφησε το δικό του μπουζούκι και επιχείρησε να παίξει με το μπουζούκι του Γιοβάν Τσαούς. Μάταια όμως, και από τη «φούρκα» του, κόντεψε να το σπάσει λέγοντας ότι τα όργανα αυτά έχουν ένα αφεντικό.

Ο Γιοβάν Τσαούς και η γυναίκα του Αικατερίνη, πέθαναν το 1942 από δηλητηρίαση.
Είχαν φάει αλλοιωμένο θαλασσοβρεγμένο στάρι, και ο Γιοβάν Τσαούς πέθανε στις 10 το βράδυ, και μετά πέντε ώρες η γυναίκα του στα χέρια της ανιψιάς της.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΥΚΟΥΤΡΗΣ

ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΥΚΟΥΤΡΗΣ
"Ο ηρωικός άνθρωπος αισθάνεται πως είναι διαλεγμένος από την Μοίραν ως αγωνιστής και ως μάρτυς - περισσότερον ως μάρτυς, αφού την επιτυχίαν δεν την μετρεί με αποτελέσματα άμεσα, με αριθμούς και μεγέθη, δεν την μετρεί καν διόλου. Είναι το αλεξικέραυνον, που θα συγκεντρώση επάνω του (θα προσελκύση μάλλον εθελουσίως) όλας τας καταιγίδας και όλα τ' αστροπελέκια, διά να προστατευθούν τα κατοικητήρια των ειρηνικών ανθρώπων. Εις την ετοιμότητα του κινδύνου, τον σύρει με ακαταμάχητον έλξιν η αισθητική, θα έλεγα, γοητεία του κινδύνου, η συναίσθησις ότι είναι προνόμιον των ολίγων να συντρίβωνται υπέρ των άλλων υπό των άλλων - το πολυτιμότερον προνόμιον! Ο ηρωικός άνθρωπος δεν είναι το άνθος, δεν είν' ο καρπός - αυτά αντιπροσωπεύουν το παρόν και του παρόντος την ανεπιφύλακτον χαράν. Είναι ο σπόρος που θα ταφή και θα σαπίση δια ν' αναφανή το άνθισμα και το κάρπισμα. Είν' εκείνος που θάπτεται δια να εορτασθή η ανάστασις, και ανάστασις χωρίς ταφήν δεν υπάρχει."

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ
Απάντηση στο Ρουσίτ Πασά στα 1822

''Πασά μου, μου στέλνεις ένα μπουγιουρντί, μου λες να προσκυνήσω, και εγώ πασά μου ερώτησα τον πούτσο μου τον ίδιο, και αυτός μου αποκρίθηκε να μη σε προσκυνήσω κι αν ερθείς επάνω μου ευθύς να πολεμίσω''

Και απάντηση στον Σιλιχτάρ Μπόδα στα 1823

''Γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας. Δεν εντρέπεσθε να ζητείτε «από ημάς» συνθήκην με «έναν» κοντζιά σκατο-Σουλτάν Μαχμούτην -να τον χέσω και αυτόν και τον Βεζίρην σας και τον Εβραίον Σιλιχτάρ Μπόδα την πουτάνα! - Άμα ζήσω, θα τους γαμήσω. Άμα πεθάνω, θα μου κλάσουν τον πούτσο''

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
"Φυλάτε τη Γη σας και την Τιμή της μόνο με Σπαθί. Πάψετε σαπιοδάσκαλοι και σαπιορήτορες- ΑΝΑΦΟΡΑΤΖΗΔΕΣ- να εξευτελίζετε τη Φυλή. Πάψετε παλιόγρηες τις κλάψες, τα σάλια, τα μελάνια και πιάστε το Σπαθί. Τα πάντα στη Ζωή -Η ΦΥΣΙΣ ΤΟ ΛΕΕΙ- κατακτώνται με το Σπαθί."

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΚΟΛΟΚΟΤΡΩΝΗΣ
















Όταν αποφασίσαμε να κάμωμε την Επανάσταση, δεν εσυλλογισθήκαμε ούτε πόσοι είμεθα ούτε πως δεν έχομε άρματα ούτε ότι οι Τούρκοι εβαστούσαν τα κάστρα και τας πόλεις ούτε κανένας φρόνιμος μας είπε «πού πάτε εδώ να πολεμήσετε με σιταροκάραβα βατσέλα», αλλά ως μία βροχή έπεσε εις όλους μας η επιθυμία της ελευθερίας μας, και όλοι, και ο κλήρος μας και οι προεστοί και οι καπεταναίοι και οι πεπαιδευμένοι και οι έμποροι, μικροί και μεγάλοι, όλοι εσυμφωνήσαμε εις αυτό το σκοπό και εκάμαμε την Επανάσταση. Εις τον πρώτο χρόνο της Επαναστάσεως είχαμε μεγάλη ομόνοια και όλοι ετρέχαμε σύμφωνοι. Ο ένας επήγεν εις τον πόλεμο, ο αδελφός του έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί του εκουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα εις το στρατόπεδον και εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους, ηθέλαμε κυριεύσει και την Θεσσαλία και την Μακεδονία, και ίσως εφθάναμε και έως την Κωνσταντινούπολη. Τόσον τρομάξαμε τους Τούρκους, οπού άκουγαν Έλληνα και έφευγαν χίλια μίλια μακρά. Εκατόν Έλληνες έβαζαν πέντε χιλιάδες εμπρός, και ένα καράβι μιαν άρμάδα...

(Μέρος του λόγου που εκφώνησε ο Κολοκοτρώνης στην Πνύκα).

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ

ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Δεν με μέλει αν βάλω σε δύσκολη θέση την κυβέρνηση, μια κυβέρνηση που δεν την σέβομαι, δεν είμαι καμωμένος για την κυβέρνηση ή για το κράτος, έγινα για το έθνος, και το ξέρω επειδή γι’ αυτό ίσα-ίσα πονώ. Για την κυβέρνηση μου έρχεται σιχαμός και καταφρόνια, άμα συλλογίζομαι την κυβέρνηση ξεπέφτω, μαργώνω και μαραίνομαι. Σηκώνομαι, ξανοίγω και ανθοβολώ άμα νοιώθω τον Ελληνισμό. Σε όποια γωνιά του Ελληνισμού και αν βρεθώ, θα πασχίζω πάντα να δυναμώνω, να ξυπνώ, να ζωντανεύω την ψυχή του, και ας γίνει οτι γίνει. Ξυπνώ καθε ύπνο, κεντρίζω καθε βαρεμό, συνδαυλίζω κάθε στάχτη, ξεσκεπάζω καθε σπίθα κρυμμένη και ανάβω κάθε φωτιά σβησμένη, βγάζω κάθε πνοή κουρασμένη και παίζω κάθε χορδή σιωπηλή. Ξυπνώ, ξυπνώ, ξυπνώ και γι αυτό με λεν και ξυπνητήρι…

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ
Είδα στον ύπνο μου τον Παύλο τον Μελά, να παίρνει σάρκα για να πει μια ιστορία για κάποια αγέρωχα κι αδούλωτα μυαλά, που προδιαγράφουν της Πατρίδας την πορεία. .
..

Είχ’ η μορφή του θλίψη, πόνο και οργή, για αυτούς που σήμερα τις τύχες μας ορίζουν, που ασελγούν πάνω σ΄ανθρώπους και σε γη και καθετί Ελληνικό το αφορίζουν.
...
Μέσα στην μπλε του την αντάρτικη στολή και με το χέρι του στη μαύρη τη πιστόλα, δίνει στους άντρες του ξανά την εντολή Ελευθερία και Πατρίδα πάνω από όλα!
...
Αν θες στον ύπνο σου να έρθει ο Μέλας μαζί μ’ αγγέλους, σκοτωμένα παλικάρια, να σε τραβήξουν απ ’τον δρόμο που τραβάς, για να βαδίσεις τα δικά τους τα αχνάρια... ..
.
φέρε στα μάτια σου του Παύλου τη στολή, ορκίσου πάνω της, πως δεν θα τον προδώσεις και συρε να βρεις την δική σου εντολή αφού τον ύπνο του εχθρού μας θα στοιχειώσεις.

  © Free Blogger Templates 'Greenery' by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP